Οι συζητήσεις πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Η Ελληνοκυπριακή πλευρά, δικαίως, θέτει το θέμα της αποκλειστικής εκμετάλλευσης της ΑΟΖ, η Τουρκοκυπριακή πλευρά -με τη συνεπικουρία της Τουρκίας- δημιουργεί συνεχείς εντάσεις στην περιοχή και ο διεθνής παράγοντας επιθυμεί να φέρει και τις δύοπ πλευρές στο τραπέζι των συνομιλιών.
Τα πράγματα στο Κυπριακό, λόγω πλέον των κοιτασμάτων, δείχνουν πιο αγκυλωμένα από ποτέ. Υπό αυτό το περιοδικό Economist διερωτάται αν, τελικά, το πρόβλημα της Κύπρου είναι «δυσεπίλυτο ή αδύνατο να λυθεί;». Στο άρθρο σημειώνεται πως οι ελπίδες για την επίλυση του χρονίζοντος θέματος μοιάζουν πλέον να είναι μη ρεαλιστικές.
Ο αρθρογράφος ρίχνει μεγάλο μερίδιο ευθύνης στην ΕΕ που ακολουθεί την πολιτική των δύο μέτρων και δύο σταθμών. Έτσι, ενώ βάλλει κατά της Ρωσίας για δημιουργία ψυχρών συρράξεων στη Γεωργία, τη Μολδαβία, την ίδια στιγμή είναι σιωπηλή για την υπόθεση της Κύπρου, ενός κράτους μέλους με έναν μη αναγνωρισμένο τουρκοκυπριακό Βορρά.
«Η πικρή εμπειρία απαιτεί σκεπτικισμό για τις συνομιλίες για το Κυπριακό, ακόμη και αν είναι σε εξέλιξη ένα έκτος γύρος διαπραγματεύσεων», γράφει ο Εconomist και συμπληρώνει ότι πολλοί παρατηρητές αμφιβάλλουν για το κατά πόσο μία ομοσπονδιακή λύση θα μπορούσε να λειτουργήσει.
«Υπάρχει εναλλακτική;», διερωτάται ο συντάκτης και κάνει αναφορά σε έκθεση της Διεθνούς Ομάδας Κρίσεων (του Μαρτίου) στην οποία εξεταζόταν η επιλογή των δύο χωριστών κρατών εντός της Ε.Ε.. «Ο ειδικός σύμβουλος του γ.γ. του ΟΗΕ για το Κυπριακό Έσπεν Μπαρθ Άιντε δηλώνει ότι αν και μία ομοσπονδία αποτελεί το καλύτερο αποτέλεσμα, χωρίς λύση είναι χειρότερα, εννοώντας ότι ίσως χρειάζεται να δοκιμαστεί κάτι άλλο. Η διχοτόμηση θα άνοιγε ξανά τα σύνορα, θα επιστρέφονταν περισσότερες περιουσίες και γη στους Ελληνοκύπριους και θα σταματούσε η διεθνής απομόνωση των Τουρκοκυπρίων. Αν οι τελευταίες συνομιλίες αποτύχουν, ίσως πρέπει να έρθει η αυτή η ώρα (της διχοτόμησης)», συμπληρώνεται στο άρθρο.