Η πολιτική τροχιά του κ. Τσίπρα είναι πράγματι εντυπωσιακή, αλλά στους δύο μήνες, που πρωθυπουργεύει, αποδεικνύεται μέγα λάθος να παρομοιάζεται με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Η διαπίστωση, δε, αυτή βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση, πρώτον, με τη διάρκεια της πολιτικής του «λάμψης» και, δεύτερον, με τις επιπτώσεις που θα έχει για τη χώρα το κυβερνητικό του «πέρασμα».
Ο Α.Π., προτού αναλάβει την εξουσία, είχε «εκκαθαρίσει» το κόμμα του, καθιστώντας το προσωποπαγές και ομοιογενές. Επιπλέον, το 1981 είχε παραλάβει μια υγιή οικονομία, η οποία άντεξε τη δάνεια κοινωνική του πολιτική στα δέκα χρόνια της πρωθυπουργίας του. Ο κ. Τσίπρας δεν είναι μεν ιδρυτής του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά παρέλαβε το πολιτικό αυτό συνονθύλευμα στο 4% και το ανέδειξε σε πλειοψηφικό. Δεν έχει μόνον την αποκλειστική τιμή της επιτυχίας, αλλά και την κύρια ευθύνη, για τα κυβερνητικά του πεπραγμένα, τα οποία είναι ακόμη... διαπραττόμενα. Ο ίδιος έσπευσε, μετά τη νίκη του, να δηλώσει το τετριμμένο, ότι «θα είναι πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων». Προσωπικά αμφιβάλλω αν στο δίμηνο που ασκεί την εξουσία έχει ανταποκριθεί, «πρωθυπουργικά», στη βούληση και στις προσδοκίες των ψηφοφόρων του.
Στην άσκηση της πολιτικής υπάρχουν προτεραιότητες, όπως και κόκκινες γραμμές. Φυσικά δε, τις ώρες τούτες, δεν συνιστά προτεραιότητα η επαναπρόσληψη των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών, η αναγγελία προσλήψεων στο υπουργείο Υγείας και η ρίψη μερικών εκατ. ευρώ στην πελώρια χοάνη της κοινωνικής κρίσης. Προτεραιότητα, για όλους τους Ελληνες, είναι η σωτηρία της χώρας. Δηλαδή, η αποφυγή της άναρχης χρεοκοπίας και η παραμονή μας στο ευρώ. Αυτήν την κόκκινη γραμμή έχει θέσει στην κυβέρνηση η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων και των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Συνεπώς, η απόπειρα παράκαμψης της προτεραιότητας αυτής, με προπέτασμα καπνού την εξαγγελία μερικών και ασήμαντων «κοινωνικών μέτρων», ουδέναν συγκινεί και παραπλανά. Αντίθετα, όλοι διαπιστώνουν ότι πρόκειται για ένδειξη αδυναμίας του πρωθυπουργού να κυβερνήσει. Αδυναμία, που εκδηλώνεται μ’ έναν επικίνδυνο στρουθοκαμηλισμό. Αντί ο κ. Τσίπρας να εκπροσωπεί τη μεγάλη (όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις) πλειονότητα των πολιτών, πασχίζει να εκφράσει τις πολλαπλές και αντικρουόμενες τάσεις των υπουργών και κομματικών στελεχών του. Στις κρίσιμες αυτές στιγμές, αντί να επιβάλει μια ενιαία και αποτελεσματική πολιτική, προσπαθεί να εξισορροπήσει τα ενδοκομματικά του «ανισόρροπα».
Στους δύο μήνες, που βρίσκεται στην εξουσία η κυβέρνηση, δεν εξάλειψε μόνον την εμπιστοσύνη της χώρας, με τους εταίρους μας, την οποία με μεγάλο κόπο είχε αποκαταστήσει η προκάτοχός της. Επιπλέον, αναλώνει ταχύτατα τα αποθέματα αξιοπιστίας της στον ελληνικό λαό. Και τούτο είναι το σημαντικότερο. Διότι, η κυβέρνηση Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ άσκησε επί μία διετία την εξουσία, με βασικό της «εφόδιο» την ελπίδα των πολιτών. (Τερματισμός των μνημονίων, επάνοδος στις αγορές, κ.λπ.). Εύκολα, λοιπόν, αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει ο αφανισμός της ελπίδας, που ανακύπτει μόλις κατά το πρώτο δίμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Τι σημαίνει για τη χώρα όχι μόνον η έναρξη της διαδικασίας αποπομπής μας από το ευρώ, που «επικρέμαται» τη Μ. Πέμπτη, αλλά και ένας «τίμιος συμβιβασμός», ο οποίος συνεπάγεται, πλέον, ένα τρίτο και απροσδιορίστου διαρκείας μνημόνιο… (Υ.Γ.: Κατόπιν αυτών είναι περιττόν να αναφερθούμε στη διάρκεια της πολιτικής «λάμψης» του κ. Τσίπρα και του κόμματός «του»).
ΣΤΑΜΟΣ ΖΟΥΛΑΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ο Α.Π., προτού αναλάβει την εξουσία, είχε «εκκαθαρίσει» το κόμμα του, καθιστώντας το προσωποπαγές και ομοιογενές. Επιπλέον, το 1981 είχε παραλάβει μια υγιή οικονομία, η οποία άντεξε τη δάνεια κοινωνική του πολιτική στα δέκα χρόνια της πρωθυπουργίας του. Ο κ. Τσίπρας δεν είναι μεν ιδρυτής του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά παρέλαβε το πολιτικό αυτό συνονθύλευμα στο 4% και το ανέδειξε σε πλειοψηφικό. Δεν έχει μόνον την αποκλειστική τιμή της επιτυχίας, αλλά και την κύρια ευθύνη, για τα κυβερνητικά του πεπραγμένα, τα οποία είναι ακόμη... διαπραττόμενα. Ο ίδιος έσπευσε, μετά τη νίκη του, να δηλώσει το τετριμμένο, ότι «θα είναι πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων». Προσωπικά αμφιβάλλω αν στο δίμηνο που ασκεί την εξουσία έχει ανταποκριθεί, «πρωθυπουργικά», στη βούληση και στις προσδοκίες των ψηφοφόρων του.
Στην άσκηση της πολιτικής υπάρχουν προτεραιότητες, όπως και κόκκινες γραμμές. Φυσικά δε, τις ώρες τούτες, δεν συνιστά προτεραιότητα η επαναπρόσληψη των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών, η αναγγελία προσλήψεων στο υπουργείο Υγείας και η ρίψη μερικών εκατ. ευρώ στην πελώρια χοάνη της κοινωνικής κρίσης. Προτεραιότητα, για όλους τους Ελληνες, είναι η σωτηρία της χώρας. Δηλαδή, η αποφυγή της άναρχης χρεοκοπίας και η παραμονή μας στο ευρώ. Αυτήν την κόκκινη γραμμή έχει θέσει στην κυβέρνηση η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων και των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Συνεπώς, η απόπειρα παράκαμψης της προτεραιότητας αυτής, με προπέτασμα καπνού την εξαγγελία μερικών και ασήμαντων «κοινωνικών μέτρων», ουδέναν συγκινεί και παραπλανά. Αντίθετα, όλοι διαπιστώνουν ότι πρόκειται για ένδειξη αδυναμίας του πρωθυπουργού να κυβερνήσει. Αδυναμία, που εκδηλώνεται μ’ έναν επικίνδυνο στρουθοκαμηλισμό. Αντί ο κ. Τσίπρας να εκπροσωπεί τη μεγάλη (όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις) πλειονότητα των πολιτών, πασχίζει να εκφράσει τις πολλαπλές και αντικρουόμενες τάσεις των υπουργών και κομματικών στελεχών του. Στις κρίσιμες αυτές στιγμές, αντί να επιβάλει μια ενιαία και αποτελεσματική πολιτική, προσπαθεί να εξισορροπήσει τα ενδοκομματικά του «ανισόρροπα».
Στους δύο μήνες, που βρίσκεται στην εξουσία η κυβέρνηση, δεν εξάλειψε μόνον την εμπιστοσύνη της χώρας, με τους εταίρους μας, την οποία με μεγάλο κόπο είχε αποκαταστήσει η προκάτοχός της. Επιπλέον, αναλώνει ταχύτατα τα αποθέματα αξιοπιστίας της στον ελληνικό λαό. Και τούτο είναι το σημαντικότερο. Διότι, η κυβέρνηση Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ άσκησε επί μία διετία την εξουσία, με βασικό της «εφόδιο» την ελπίδα των πολιτών. (Τερματισμός των μνημονίων, επάνοδος στις αγορές, κ.λπ.). Εύκολα, λοιπόν, αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει ο αφανισμός της ελπίδας, που ανακύπτει μόλις κατά το πρώτο δίμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Τι σημαίνει για τη χώρα όχι μόνον η έναρξη της διαδικασίας αποπομπής μας από το ευρώ, που «επικρέμαται» τη Μ. Πέμπτη, αλλά και ένας «τίμιος συμβιβασμός», ο οποίος συνεπάγεται, πλέον, ένα τρίτο και απροσδιορίστου διαρκείας μνημόνιο… (Υ.Γ.: Κατόπιν αυτών είναι περιττόν να αναφερθούμε στη διάρκεια της πολιτικής «λάμψης» του κ. Τσίπρα και του κόμματός «του»).
ΣΤΑΜΟΣ ΖΟΥΛΑΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ