Με την απαισιόδοξη για την ελληνική περίπτωση, αποκάλυψη μίας εκ των ξένων προσκεκλημένων, πως το αντίστοιχο «παράδειγμα» στη μακρινή Βραζιλία διαρκεί δεκαπέντε χρόνια, συνεχίζονται σήμερα για δεύτερη ημέρα, στην αίθουσα της Γερουσίας της Βουλής, οι εργασίες της εναρκτήριας συνεδρίασης της Επιτροπής για τον Λογιστικό Ελεγχο του ελληνικού Χρέους.
«Για 15 χρόνια αγωνιζόμαστε για να υπάρξει αυτός ο λογιστικός έλεγχος του χρέους στη δική μας χώρα», υπογράμμισε χαρακτηριστικά η κα Μαρία Λουτσία Φατορέλλι Καρνέιρο, μέλος της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του χρέους των πολιτών στη Βραζιλία, μία εκ των προσκεκλημένων να μετέχουν στις εργασίες της εν λόγω ελληνικής Επιτροπής. Ως το απόγευμα σήμερα, έχουν επίσης μιλήσει οι: Σ. Κ. Λούμινα, πρώην εμπειρογνώμονας των Ηνωμένων Εθνών και εισηγητής της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μάργκοτ Σάλομον, επίκουρη καθηγήτρια στο London School of Economics και διευθύντρια του Κέντρου Μελέτης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Οζλέμ Ονάραν, καθηγήτρια εργατικού δυναμικού και οικονομικής ανάπτυξης του πανεπιστημίου του Greenwich. Ολιβιέ ντε Σουτέ, καθηγητής πανεπιστημίου Λουβαίνης. Ντανιέλ Αλμπαρασέν, οικονομολόγος.
Εξ αρχής, οι εργασίες της συνεδρίασης δεν συνοδεύτηκαν από τη γνωστοποίηση, τουλάχιστον στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες, ούτε του επίσημου προγράμματος, ούτε και της σύνθεσης «της Διεθνούς Ομάδας επιστημόνων και Ειδικών που θα συμμετέχουν στην Επιτροπή». Το μόνο που υπήρξε, ως προς αυτό, είναι η ανάρτηση λακωνικής ανακοίνωσης, συνοδευόμενης όχι από ονόματα, αλλά από αναμνηστικές φωτογραφίες μελών της ομάδας με την κα Ζωή Κωνσταντοπούλου στο εντευκτήριο της Βουλής, με ημερομηνία 3 Απριλίου.
Στα αξιοσημείωτα είναι πως σύμφωνα με σχετικές δηλώσεις, η συμμετοχή τους δεν είναι επ’ αμοιβή (θα καλύπτονται απλώς τα έξοδα κίνησης και διαμονής), με την Πρόεδρο της Βουλής να σημειώνει νωρίτερα σήμερα Κυριακή:
«Είναι ειλικρινά συγκινητικό το γεγονός ότι όλοι οι επιστήμονες και όλα τα μέλη της Επιτροπής και μιλώ ειδικά για τους ορμώμενους από το εξωτερικό, αποδέχθηκαν να συμβάλλουν σε αυτή την προσπάθεια χωρίς απολύτως καμία αμοιβή». Την παράμετρο αυτή, η κα Κωνσταντοπούλου παρουσίασε σε αντιδιαστολή άλλων περιπτώσεων, κάνοντας μάλιστα εκ νέου αναφορά στην υπόθεση Siemens, εγείροντας ζήτημα ακυρότητας σχετικά πρόσφατων συμφωνιών, κόστους –όπως είπε- τουλάχιστον δύο δις ευρώ.
«Αυτό (η μη αμοιβόμενη συμμετοχή των μελών της Επιτροπής) έχει μια σημασία γιατί η χώρα αυτή έχει υποφέρει από τη διασπάθιση τεράστιων ποσών σε αμοιβές διαφόρων τύπων συμβούλων, οι οποίοι συνήθως κατέληγαν στην παραίτηση του ελληνικού δημοσίου από διαφόρων τύπων αξιώσεις» είπε η Πρόεδρος της Βουλής και πρόσθεσε: «Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στην αμοιβή μιας νομικής εταιρίας που θα εξέταζε τις αξιώσεις του ελληνικού δημοσίου έναντι της SIEMENS. Υπήρχαν νομικοί σύμβουλοι που πληρώνονταν με 500 ευρώ την ώρα, παραπάνω απ’ ότι ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα των εργασιών αυτής της νομικής συμβουλής που είχε δυσθεώρητο κόστος, ήταν να υπογραφεί ένας άκυρος βέβαια εξωδικαστικός συμβιβασμός που οδηγούσε στην παραίτηση του ελληνικού δημοσίου από αξιώσεις 2 δις. ευρώ τουλάχιστον. Ένας συμβιβασμός που πια βρίσκεται στο επίκεντρο της αμφισβήτησης και νομίζω ότι και οι αξιώσεις του ελληνικού δημοσίου κατά της SIEMENS, είναι ένα κομμάτι που πρέπει να συσχετιστεί και με την αποτίμηση του ποιο πραγματικά είναι το χρέος». Οπως αρχικά είχε ανακοινωθεί, η εν εξελίξει διαδικασία θα ολοκληρωθεί την Τρίτη με συνέντευξη Τύπου.
ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΜΠΟΥΡΔΑΡΑΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
«Για 15 χρόνια αγωνιζόμαστε για να υπάρξει αυτός ο λογιστικός έλεγχος του χρέους στη δική μας χώρα», υπογράμμισε χαρακτηριστικά η κα Μαρία Λουτσία Φατορέλλι Καρνέιρο, μέλος της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου του χρέους των πολιτών στη Βραζιλία, μία εκ των προσκεκλημένων να μετέχουν στις εργασίες της εν λόγω ελληνικής Επιτροπής. Ως το απόγευμα σήμερα, έχουν επίσης μιλήσει οι: Σ. Κ. Λούμινα, πρώην εμπειρογνώμονας των Ηνωμένων Εθνών και εισηγητής της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μάργκοτ Σάλομον, επίκουρη καθηγήτρια στο London School of Economics και διευθύντρια του Κέντρου Μελέτης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Οζλέμ Ονάραν, καθηγήτρια εργατικού δυναμικού και οικονομικής ανάπτυξης του πανεπιστημίου του Greenwich. Ολιβιέ ντε Σουτέ, καθηγητής πανεπιστημίου Λουβαίνης. Ντανιέλ Αλμπαρασέν, οικονομολόγος.
Εξ αρχής, οι εργασίες της συνεδρίασης δεν συνοδεύτηκαν από τη γνωστοποίηση, τουλάχιστον στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες, ούτε του επίσημου προγράμματος, ούτε και της σύνθεσης «της Διεθνούς Ομάδας επιστημόνων και Ειδικών που θα συμμετέχουν στην Επιτροπή». Το μόνο που υπήρξε, ως προς αυτό, είναι η ανάρτηση λακωνικής ανακοίνωσης, συνοδευόμενης όχι από ονόματα, αλλά από αναμνηστικές φωτογραφίες μελών της ομάδας με την κα Ζωή Κωνσταντοπούλου στο εντευκτήριο της Βουλής, με ημερομηνία 3 Απριλίου.
Στα αξιοσημείωτα είναι πως σύμφωνα με σχετικές δηλώσεις, η συμμετοχή τους δεν είναι επ’ αμοιβή (θα καλύπτονται απλώς τα έξοδα κίνησης και διαμονής), με την Πρόεδρο της Βουλής να σημειώνει νωρίτερα σήμερα Κυριακή:
«Είναι ειλικρινά συγκινητικό το γεγονός ότι όλοι οι επιστήμονες και όλα τα μέλη της Επιτροπής και μιλώ ειδικά για τους ορμώμενους από το εξωτερικό, αποδέχθηκαν να συμβάλλουν σε αυτή την προσπάθεια χωρίς απολύτως καμία αμοιβή». Την παράμετρο αυτή, η κα Κωνσταντοπούλου παρουσίασε σε αντιδιαστολή άλλων περιπτώσεων, κάνοντας μάλιστα εκ νέου αναφορά στην υπόθεση Siemens, εγείροντας ζήτημα ακυρότητας σχετικά πρόσφατων συμφωνιών, κόστους –όπως είπε- τουλάχιστον δύο δις ευρώ.
«Αυτό (η μη αμοιβόμενη συμμετοχή των μελών της Επιτροπής) έχει μια σημασία γιατί η χώρα αυτή έχει υποφέρει από τη διασπάθιση τεράστιων ποσών σε αμοιβές διαφόρων τύπων συμβούλων, οι οποίοι συνήθως κατέληγαν στην παραίτηση του ελληνικού δημοσίου από διαφόρων τύπων αξιώσεις» είπε η Πρόεδρος της Βουλής και πρόσθεσε: «Δεν μπορώ να μην αναφερθώ στην αμοιβή μιας νομικής εταιρίας που θα εξέταζε τις αξιώσεις του ελληνικού δημοσίου έναντι της SIEMENS. Υπήρχαν νομικοί σύμβουλοι που πληρώνονταν με 500 ευρώ την ώρα, παραπάνω απ’ ότι ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα των εργασιών αυτής της νομικής συμβουλής που είχε δυσθεώρητο κόστος, ήταν να υπογραφεί ένας άκυρος βέβαια εξωδικαστικός συμβιβασμός που οδηγούσε στην παραίτηση του ελληνικού δημοσίου από αξιώσεις 2 δις. ευρώ τουλάχιστον. Ένας συμβιβασμός που πια βρίσκεται στο επίκεντρο της αμφισβήτησης και νομίζω ότι και οι αξιώσεις του ελληνικού δημοσίου κατά της SIEMENS, είναι ένα κομμάτι που πρέπει να συσχετιστεί και με την αποτίμηση του ποιο πραγματικά είναι το χρέος». Οπως αρχικά είχε ανακοινωθεί, η εν εξελίξει διαδικασία θα ολοκληρωθεί την Τρίτη με συνέντευξη Τύπου.
ΓΙΩΡΓΟΣ Σ. ΜΠΟΥΡΔΑΡΑΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ