Το πιο ενδιαφέρον σημείο της ομιλίας του κ. Παναγιώτη Λαφαζάνη κατά τη διάρκεια της παράδοσης του υπουργείου του στον κ. Πάνο Σκουρλέτη δεν ήταν τα «φεύγω αλλά μένω» και «στηρίζω την κυβέρνηση για να εφαρμόσει μέτρα που δεν στηρίζω». Αυτό ήταν το διασκεδαστικό κομμάτι. Το πιο ενδιαφέρον μέρος της ομιλίας ήταν η παρουσίαση «του Πάνου του Σκουρλέτη», όπως την έκανε ο πρώην υπουργός:
«Καλωσορίζω εδώ στο υπουργείο, στη θέση που κατείχα εγώ, τον Πάνο τον Σκουρλέτη. Είναι ένας σύντροφος που ειλικρινά τον εκτιμώ βαθύτατα. Είναι αγωνιστής. Εχει μια αφοσίωση σ’ αυτό που κάνει. Εχει αφοσίωση στις αρχές και στις αξίες της Αριστεράς. Είναι από τα στελέχη που ξεκίνησαν –θα έλεγα– σχεδόν από την αρχή του Συνασπισμού που προέκυψε μετά την αποχώρηση του ΚΚΕ. Του παλιού Συνασπισμού που στη συνέχεια έγινε ΣΥΡΙΖΑ με την προσπάθεια όλων, αυτή την ενωτική προσπάθεια στον χώρο της Αριστεράς, τη σημαντικότατη αυτή προσπάθεια. Ο Πάνος ο Σκουρλέτης είναι ένα με την καλή έννοια ιστορικό στέλεχος αυτού του χώρου και νομίζω ότι θα καταβάλει μια μεγάλη προσπάθεια και θα πετύχει στο δύσκολο έργο που έχει εδώ...».
Δεν ξέρουμε ποιοι είναι οι αγώνες «του Πάνου του Σκουρλέτη» –ο ίδιος ήταν μόλις 12 χρόνων όταν έπεσε η χούντα–, αλλά υποψιαζόμαστε ότι οι «αγώνες» είναι κάτι σε IOUs της Αριστεράς: ανταλλάσσονται μεταξύ των συντρόφων, ώστε να αλληλοσυγχαίρονται και να θαμπώνουν το πόπολο. Κατά έναν περίεργο τρόπο όλοι στον ΣΥΡΙΖΑ είναι «αγωνιστές», όπως όλοι εκτός ΣΥΡΙΖΑ είναι από «προσκυνημένοι» μέχρι «γερμανοτσολιάδες»· εδώ έφτασε μέχρι και η νεοσσός της «Προόδου» και πρώην ΑΝΕΛ κ. Ραχήλ Μακρή να δίνει «ραντεβού (sic) στα γουναράδικα» δεν θα ήταν «ο Πάνος ο Σκουρλέτης» αγωνιστής;
Είναι σημαντικό όμως το γεγονός ότι ο απερχόμενος υπουργός του πιο σημαντικού παραγωγικού υπουργείου το μόνο που ανέφερε ως προσόν του διαδόχου του ήταν οι αγώνες του και όχι οι γνώσεις του, η διαχειριστική του επάρκεια, ή τέλος πάντων κάποιο άλλο προσόν που να πιστοποιεί την καταλληλότητά του γι’ αυτήν τη θέση. Αυτό μπορεί να είναι ένας από τους λόγους που αποτυγχάνει παντού η Αριστερά. Οι αγώνες –πραγματικοί ή ψευδεπίγραφοι, δεν έχει σημασία– ιεραρχούνται πολύ υψηλά, με αποτέλεσμα οι αγωνιστές –πραγματικοί ή ψευδεπίγραφοι, δεν έχει σημασία– συνήθως να τα κάνουν θάλασσα, επειδή εκτός από «αγώνες» δεν ξέρουν να κάνουν τίποτε άλλο.
Η μουτσούνα
Το πρόβλημα όμως δεν είναι ότι διά των «αγωνιστών» η Αριστερά τα κάνει ρόιδο κάθε φορά που αναλαμβάνει την εξουσία· έτσι κι αλλιώς, ο χώρος αυτός είναι γεμάτος συμπλέγματα που εξασφαλίζει την αποτυχία ακόμη και αν απουσιάζουν από θέσεις ευθύνης οι «αγωνιστές». Μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι η μουτσούνα των «αγώνων» φοριέται πολύ για να κρυφτεί κάθε θεσμική, νομική και ηθική δυσμορφία των νεόκοπων της «Προόδου».
Τον Νοέμβριο του 2009, για παράδειγμα, ομάδα αντεξουσιαστών μπούκαρε στη Νομική Σχολή για να διακόψει μια ημερίδα που είχε θέμα την πολιτική βία. Οταν ο κ. Ολύμπιος Δαφέρμος, μέλος της συντονιστικής του Πολυτεχνείου, διαμαρτυρήθηκε, ένας από τους τραμπούκους ούρλιαξε: «Κάτσε κάτω, γέρο. Δεν είσαι στους αγώνες». Κάπως έτσι και ο νεόκοπος της «Προόδου» κ. Γιάνης Βαρουφάκης αντί να εξηγήσει πώς στην ευχή κατάφερε να σύρει μια χώρα στα βράχια των capital controls, ανταπάντησε τουιτάροντας: «Προς τρόικα εσωτερικού: Επιλέξτε όποιο φόρουμ, όποιο δικαστήριο, όποια αρένα θέλετε. Θα είμαι εκεί να υπερασπιστώ 5 μήνες αγώνων». Νέος στο κουρμπέτι της Αριστεράς, αλλά έμαθε καλά το παραμύθι. Βάφτισε «αγώνες» την καταστροφική του πολιτική, που είχε ως αποτέλεσμα να παραλύσει η οικονομία, να κλείνουν επιχειρήσεις, να αυξάνεται η ανεργία και να σέρνονται ηλικιωμένοι στα ΑΤΜ προκειμένου να πάρουν μέρος της πενιχρής τους σύνταξης. Ο φερετζές των «αγώνων» μπορεί να δικαιολογήσει ακόμη και τα capital controls.
Οπως όμως και να έχει το ζήτημα, ένα κομμάτι της Αριστεράς βολεύτηκε μια χαρά όλα τα χρόνια της μεταπολίτευσης, πουλώντας κατά κύριο λόγο ψευδεπίγραφους «αγώνες». Ακολουθούσαν μια έξυπνη τακτική: βάφτισαν «χούντα» την αναγκαστική δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας, ώστε να νιώθουν μεγάλο το μπόι της εκ του ασφαλούς «αντίστασής» τους. Μιλούσαν για «κατοχή» όχι μόνο για να ρίχνουν λάσπη σε όσους διαφωνούσαν μαζί τους, αλλά για να φαντάζουν «τρανοί αντιστασιακοί» στους ευκολόπιστους. Διαχρονικά βέβαια, πριν έλθει το «καταραμένο μνημόνιο», πουλούσαν αριστεροσύνη και τους αγώνες των άλλων. Ετσι τακτοποιήθηκαν μια χαρά πάνω στις ενοχές του αστικού κόσμου για τις διώξεις του μετεμφυλιακού κράτους και των σοσιαλδημοκρατών, που ένιωθαν μειονεκτικά επειδή δεν ήταν τόσο φλογεροί «επαναστάτες». Λίγο με συνδικαλιστικές αργομισθίες, κάτι με διορισμούς (χωρίς διδακτορικά και με «έρευνα» της πλάκας στα ΑΕΙ), λίγο με θέσεις σε φίλια ΜΜΕ –όπου πουλούσαν «επανάσταση» με το αζημίωτο κατά των «καπιταλιστών» που τους πλήρωναν–, πολύ με το Δημόσιο, όπου κάθε κυβέρνηση ένιωθε ενοχές κι έπρεπε να τους μισθοδοτεί χωρίς να δουλεύουν, πολλοί εξηντάρισαν εντός του πρυτανείου, χωρίς να ξεμυτίσουν ποτέ για το μεροκάματο.
Μέχρι που ήρθε η στιγμή να αποκαλυφθούν. Βρέθηκαν ενώπιον σκληρών αποφάσεων. Επειδή δε είναι έξυπνοι, ενώ εμείς τους θεωρούσαμε παλαβούς, από το δίπτυχο «αγώνες με θυσίες», κράτησαν μόνο το πρώτο αφήνοντας στους χρήσιμους ηλίθιους το δεύτερο. Ανόητοι είναι, να αφήσουν το πρυτανείο που τους έθρεψε τόσο καιρό, ειδικά τώρα, που ως βουλευτές, έχουν το πρώτο τραπέζι;
«Πονηροί πολιτευτές»
Το χειρότερο είναι ότι πουλούν ακόμη κι αυτή την ποταπότητα σαν επανάσταση. Οχι! Δεν κρατούν τις καρέκλες τους για τη δική τους βολή και μισθοληψία. Για τη φουκαριάρα την επανάσταση το κάνουν, για να βρίσκονται σε καλύτερη θέση για μελλοντικούς «αγώνες». Τουλάχιστον, αυτό λένε σε όσους χρήσιμους ηλίθιους απέμειναν να τους πιστεύουν.
«Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι μπορούν ν’ αντέξουν τη φτώχεια», είχε πει κάποτε ο Αβραάμ Λίνκολν. «Αν όμως θες να δοκιμάσεις τον χαρακτήρα κάποιου, δώσ’ του εξουσία». Ακόμη πιο αποκαλυπτικό του χαρακτήρα κάποιου είναι ο κίνδυνος να τη χάσει. Τότε θα ξεσπαθώσουν ακόμη πιο «επαναστατικά». «Στηρίζουμε την κυβέρνηση, αλλά διαφωνούμε με τα μνημόνια, με μέτρα λιτότητας, είναι σαφές, στηρίζουμε απολύτως», δήλωσε μετά το περήφανο «Οχι» ο κ. Παναγιώτης Λαφαζάνης. «Είμαστε βουλευτές της κυβέρνησης αυτής, τη στηρίζουμε ολόθερμα, είμαστε η καρδιά και η ψυχή του ΣΥΡΙΖΑ, τον στηρίζουμε τον ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζουμε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, στηρίζουμε τον πρωθυπουργό, δεν στηρίζουμε το Μνημόνιο».
Τι πιο βολικό από το να έχεις τον μισθό σου ολόκληρο και την επανάσταση χορτάτη; Το μόνο που ελπίζουμε μετά από αυτό να υπάρχουν χιλιάδες που θα τραγουδούν τον «Πονηρό πολιτευτή» του Διονύση Σαββόπουλου: «Παίρνεις την αλήθεια μου και μου την κάνεις λιώμα, απ’ το πόδι με τραβάς βαθιά μέσα στο χώμα»...
ΠΑΣΧΟΣ ΜΑΝΔΡΑΒΕΛΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ