03 Ιουνίου 2016

Παρέμβαση Κομισιόν για τις διώξεις των Ευρωπαίων του ΤΑΙΠΕΔ-Ελεύθεροι οι 6 μετά τις απολογίες τους-Τι υποστήριξαν

Την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ότι οι Ευρωπαίοι εμπειρογνώμονες που απασχολούνται στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του ελληνικού προγράμματος, πρέπει να απολαμβάνουν κάποιων «εξασφαλίσεων», εξέφρασε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, Μαργαρίτης Σχοινάς.

Κληθείς να σχολιάσει το γεγονός ότι σήμερα έξι μέλη του Συμβουλίου των Εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ (εκ των οποίων τρία μέλη είχαν διοριστεί από το EuroWorking Group και κατάγονται από την Ισπανία, τη Σλοβακία και την Ιταλία), κλήθηκαν να απολογηθούν στον εισαγγελέα Διαφθοράς, ο κ. Σχοινάς σημείωσε: «Για μας, πρέπει να εξασφαλιστούν ικανοποιητικά περιθώρια λειτουργίας σε όλους τους Ευρωπαίους εμπειρογνώμονες που βοηθούν την Ελλάδα να βελτιώσει την οικονομία της και να βρει τον δρόμο της πίσω στην ανάπτυξη».

Ωστόσο, ο ίδιος διευκρίνισε πως υπάρχει πλήρης σεβασμός ως προς τις δικαστικές διαδικασίες που βρίσκονται σε εξέλιξη. Επιπλέον, ερωτηθείς για το αίτημα του Eurogroup, οι Ευρωπαίοι υπάλληλοι να απολαμβάνουν κάποιου είδους ασυλίας στο καινούριο Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων, δεν θέλησε να αναφερθεί σε συγκεκριμένα εκκρεμή σημεία του ελληνικού προγράμματος, τα οποία βρίσκονται αυτήν τη στιγμή υπό διαβούλευση. Ευρωπαίος αξιωματούχος εξηγούσε νωρίτερα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, πως στους κόλπους των Βρυξελλών υπάρχουν ανησυχίες ότι εφόσον δεν διευθετηθεί το ζήτημα, κανένα στέλεχος των ευρωπαϊκών οργάνων δεν θα επιθυμεί να αποσταλεί στην Ελλάδα και έτσι θα υπονομευθεί η επιτυχία τoυ νέου Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων. Γι’ αυτό, το Eurogroup ζήτησε από την ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει στις απαραίτητες αλλαγές στη νομοθεσία, ώστε αντίστοιχες διώξεις να μην επαναληφθούν στο μέλλον, πρόσθεσε ο αξιωματούχος.

Ελεύθεροι οι έξι εμπειρογνώμονες του ΤΑΙΠΕΔ για τα 28 ακίνητα του Δημοσίου - Τι υποστήριξαν
Tης Άννας Κανδύλη-enikos.gr

Ελεύθεροι αφέθηκαν μετά την απολογία τους στον ανακριτή κατά της διαφθοράς Κώστα Σαργιώτη για το αδίκημα της απιστίας,  τα έξι μέλη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ που εμπλέκονται  στην υπόθεση πώλησης και επαναμίσθωσης των 28 ακινήτων από το Ταμείο το 2013. Τρεις  εξ αυτών μάλιστα είναι αλλοδαποί  και πρόκειται για τον Ισπανό πρόεδρο της Κτηματικής Υπηρεσίας του Ισπανικού Δημοσίου, τον ομόλογό του της Ιταλίας και τον Σλοβάκο πρόεδρο του Χρηματιστηρίου της χώρας του. Οι συγκεκριμένοι  συμμετείχαν στο Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων που εισηγήθηκε στο ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ την πώληση των ακινήτων.
Οι κατηγορούμενοι αρνήθηκαν την κατηγορία και ισχυρίστηκαν πως ο ρόλος τους ήταν απλώς γνωμοδοτικός και συνεπώς όχι δεσμευτικός για το ΔΣ το οποίο  είχε και τον τελευταίο λόγο. Όπως επισήμαναν δε  οι συνήγοροί τους Αλέξανδρος Λυκουρέζος και Γιάννης Γιαννίδης, υπό αυτή την έννοια δεν είχαν καμία διαχειριστική ευθύνη δημοσίου χρήματος άρα δεν υφίσταται ευθύνη "απιστίας" τους  στην υπηρεσία. Άρα, οι εκτιμήσεις τους ήταν και νόμιμες και τελικά επωφελείς.

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ

Η υπόθεση έφτασε στην ανάκριση  μετά το  πόρισμα  «καταπέλτη» των εισαγγελέων  Τριανταφύλλου-Σέβη,στο οποίο βασίστηκαν εν πολλοίς και τα κατηγορητήρια του κ.Σαριώτη.  Βάση αυτού, η πώληση και επαναμίσθωση των 28 ακινήτων ήταν “προσαρμοσμένη” στα συμφέροντα των δύο εταιρειών στις οποίες κατοχυρώθηκαν: την Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ  και την Eurobank Properties.
Η συνολική ζημία του Δημοσίου ανέρχεται  «σύμφωνα με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς»,  σε τουλάχιστον 575.856.504 ευρώ. Και αυτό-βάση του πορίσματος- διότι οι μεν τιμές πώλησης ήταν σημαντικά μικρότερες από τις τρέχουσες αντικειμενικές/αγοραίες, τα δε τιμήματα επαναμίσθωσης και οι όροι που τα συνόδευαν-20ετής διάρκεια μίσθωσης, ενοίκια για άδεια κτίρια,  κ.α- ουσιαστικά ήταν “χάρισμα”  στις εταιρείες που τα απέκτησαν.

Όπως  χαρακτηριστικά αναφερόταν  στο εισαγγελικό πόρισμα: «Καθόλα τα στάδια της συναλλαγής διαφαίνεται η συνεχής προσπάθεια των χρηματοοικονομικών και λοιπών συμβούλων να εκμηδενιστεί το ρίσκο του επενδυτή αλλά και να «αισθάνεται» αυτός ασφαλής.
Οι όροι της συναλλαγής διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο μιας εμπορικής διαπραγμάτευσης, κατά την οποία οι ισχυροί διαπραγματευτές/επενδυτές εξέφραζαν τις «επιθυμίες» τους, τις οποίες μετέφεραν οι σύμβουλοι στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και οι οποίες είχαν καθοριστική σημασία για το περιεχόμενο των περιληφθησομένων στις συμβάσεις όρων. Αντιθέτως το Δημόσιο έμοιαζε να μην έχει αγορητή.»

ΤΟ ΞΕΠΟΥΛΗΜΑ

 Η διαγωνιστική διαδικασία για την πώληση-επαναμίσθωση των 28 ακινήτων ολοκληρώθηκε στις 18-10-2013.
Συνολικά για τα  επίμαχα ακίνητα που χωρίστηκαν σε δύο χαρτοφυλάκια, το οικονομικό αντάλλαγμα ήταν 261.310.000 ευρώ.
Το πρώτο χαρτοφυλάκιο απέκτησε η «Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ έναντι οικονομικού ανταλλάγματος 115.500.000 ευρώ, και το δεύτερο η Eurobank Properties  αντί 145.810.000, όταν σύμφωνα με το πόρισμα  «αν χρησιμοποιούνταν οποιαδήποτε άλλη μέθοδος αποτίμησης των ακινήτων, αυτά θα μεταβιβάζονταν σε μεγαλύτερη αξία», την οποία υπολογίζουν  από 90 έως 130 εκ. ευρώ.

Εκτός αυτού, το  Ελληνικό Δημόσιο, βάση της σύμβασης, πληρώνει ενοίκια εκατομμυρίων ευρώ για κτίρια που δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει και αποτελούν μέρος της συνολικής ζημίας. Ενδεικτικές τέτοιες περιπτώσεις είναι το πρώην κτίριο Κεράνη στον Πειραιά και το Υπουργείο Υγείας στην Κηφισίας.

Διαπιστώθηκε επίσης πως  οι απαιτήσεις των εταιρειών που πλειοδότησαν μετατράπηκαν  από τους Χρηματοικονομικούς συμβούλους του ΤΑΙΠΕΔ-  κάποιοι εκ των οποίων  είχαν σχέση και με τις αγοράστριες εταιρείες- ως απαραίτητοι  όροι  για να γίνει η συναλλαγή «ελκυστικότερη στους επενδυτές».
Μεταξύ αυτών ήταν: α) η  μικρή διάρκεια της μισθώσεως  (εικοσαετής), σε σχέση με την οικονομική ζωή των παγίων/μισθίων, που υπολογίζεται από τους ίδιους τους Συμβούλους σε 120 έτη, ενώ η ωφέλιμη οικονομική ζωή τους σε 70, β) η αναπροσαρμογή των ετήσιων μισθωμάτων  κατά ποσοστό ίσο με την αύξηση του Ευρωπαϊκού Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και όχι βάση του  Εθνικού  Δείκτη Τιμών Καταναλωτή προφανώς γιατί  είναι διαχρονικά μικρότερος και με μεγαλύτερες διακυμάνσεις του αντίστοιχου της Ευρωζώνης με αποτέλεσμα να εξασφαλίζεται σταθερή και μεγαλύτερη αναπροσαρμογή του μισθώματος αλλά και να αποτρέπεται η μείωσή του, και γ) στο ποσό που θα απαιτηθεί στο τέλος της μισθωτικής διάρκειας για την επαναγορά των ακινήτων ή για την αγορά άλλων ανάλογων, απαραίτητων για τη στέγαση των υπηρεσιών του Δημοσίου.Το ποσό αυτό έχει υπολογιστεί σε περίπου 420 εκ. ευρώ.