26 Δεκεμβρίου 2016

Η ζωή της Ντίλμα Ρούσεφ μακριά από την εξουσία: Ζει στο σπίτι της μητέρας της, κυκλοφορεί μόνη της

Τέτοια εποχή πέρυσι, η Ντίλμα Ρούσεφ διένυε τη δεύτερη θητεία της, ως η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Βραζιλίας.

Ζούσε σε παλάτι, πήγαινε σε δεξιώσεις με τον Μπαράκ Ομπάμα, τον Βλαντιμίρ Πούτιν και την Ανγκελα Μέρκελ και στην πρωινή της βόλτα με το ποδήλατο την ακολουθούσε μία στρατιά από σωματοφύλακες.

Σήμερα, μετά από την καθαίρεσή της, ζει στο διαμέρισμα της μητέρας της, κάνει η ίδια τα ψώνια της στο τοπικό σούπερ μάρκετ, έχει μόνο έναν σωματοφύλακα και κυκλοφορεί με το ποδήλατό της στο Ρίο ντε Τζανέιρο ανάμεσα στον υπόλοιπο κόσμο.

«Κάθε ημέρα είναι δύσκολη», είπε στον Guardian. «Αλλά αυτός δεν είναι ο χειρότερος χρόνος που έχω ζήσει», επέμεινε αναφερόμενη στην περίοδο 1970-1972 είχε φυλακιστεί και βασανιστεί επειδή ήταν μέλος μαρξιστικής οργάνωσης που ήθελε να ανατρέψει τη δικτατορία. Τότε είχε βιώσει ξυλοδαρμούς, ηλεκτροσόκ και άλλες μορφές βασανιστηρίων, χωρίς όμως να προδώσει τους συντρόφους της. Σε σύγκριση με όλα αυτά, είπε στη βρετανική εφημερίδα, ακόμη και οι πιο δύσκολες στιγμές του 2016 ήταν υποφερτές.

Μία από τις χειρότερες ήταν στις 17 Απριλίου, όταν το κοινοβούλιο έδωσε έγκριση για να προχωρήσει η καθαίρεσή της. Πώς ένιωσε εκείνη τη νύχτα; «Δύσκολο να πω. Είναι τέτοιο το καλειδοσκόπιο των αναμνήσεων. Ενιωσα λύπη, απόγνωση και αγανάκτηση», απάντησε στον Guardian.

Παρακολούθησε την ψηφοφορία για την καθαίρεσή της από την τηλεόραση, στην προεδρική κατοικία, μαζί με τον προκάτοχο και μέντορά της, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα. Εκείνος έκλαιγε, εκείνη παρήγγειλε ποπ κορν.

«Εκλαψε και με αγκάλιασε. Μου είπε ''κλάψε Ντίλμα, κλάψε!΄. Αλλά δεν κλαίω, δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος», περιέγραψε η Ρούσεφ, αποδίδοντας εν μέρει αυτή τη στάση της και στα βασανιστήρια που είχε περάσει. Πληγές που άνοιξαν ξανά όταν ακροδεξιός βουλευτής αφιέρωσε την έγκριση της καθαίρεσής της στη δικτατορία. «Σοκαρίστηκα με το γεγονός ότι μπόρεσε να πει κάτι τέτοιο εκεί μέσα», σχολίασε.

Για την ίδια, ο μισογυνισμός ευθύνεται εν μέρει για την πτώση της, όπως και στην περίπτωση της ήττας της Χίλαρι Κλίντον στις αμερικανικές εκλογές. Οι επικριτές της υποστηρίζουν ότι η ίδια φταίει για όλα, ενώ την κατηγορούν για την καταστροφή της οικονομίας, που βρίσκεται στη βαθύτερη ύφεση των τελευταίων δεκαετιών, ενώ εκπρόσωποι όλου του πολιτικού φάσματος θεωρούν ότι είχε γνώση- και επωφελήθηκε πολιτικά- για τις δωροδοκίες στο σκάνδαλο της Petrobras.

Σε ερώτηση για το αν μετάνιωσε που κέρδισε τις εκλογές το 2014, όταν η οικονομία άρχισε να καταρρέει, κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. «Ούτε για μια στιγμή. Αν δεν είχα κερδίσει τα πράγματα τώρα θα ήταν πολύ χειρότερα. Θα είχαμε ήδη ένα πακέτο λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων σαν αυτό του Μάκρι στην Αργεντινή», απάντησε.