Το είχε πει πολύ εύστοχα ο Ντέιβιντ Κάμερον, ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας, σε μια κοινοβουλευτική αντιπαράθεσή του με την αντιπολίτευση: «Αν θέλετε συγκινήσεις, πηγαίνετε στην Ελλάδα». Είχε περάσει απαρατήρητο τότε, καθώς ήταν το 2015 και όλοι εδώ ήμασταν συνεπαρμένοι ή σοκαρισμένοι με την Πρώτη Φορά Αριστερά και τον θαυμαστό νέο κόσμο της σε πλήρη σύνθεση (Βαρουφάκης, Ζωή, Λαφαζάνης κ.ά.). Σε άλλες εποχές, μια ειρωνική αποστροφή εις βάρος της Ελλάδας από έναν Ευρωπαίο πρωθυπουργό, τον Βρετανό έστω, θα προκαλούσε σπασμούς οργής στον Τύπο, τον θεματοφύλακα των εθνικών μας συμπλεγμάτων και αυταπατών. Ωστόσο, η λιτή διαπίστωση εξέφραζε μια αλήθεια, που την αντιμετωπίζουμε καθημερινά. Από συγκινήσεις –«excitement» ήταν η λέξη που χρησιμοποίησε ο Κάμερον– άλλο τίποτε! Μόνο συγκινήσεις.
Μόλις τις προάλλες ήταν που η κυβέρνηση έδειχνε να τα έχει κάπως χάσει με τις αντιδράσεις που προκάλεσε η εκ μέρους της απροκάλυπτη πολιτική εκμετάλλευση της υπόθεσης Novartis. Πόσο κράτησε η σχετική νηνεμία; Ούτε μία μέρα. Η κυβέρνηση επανήλθε δριμύτερη στην αντεπίθεση, με την ομιλία του Τσίπρα στην Κ.Ο. Είτε μας αρέσει είτε όχι –και, προσωπικώς, δεν μου αρέσει–, κρινόμενος μέσα στο πλαίσιο των στόχων του, ο Τσίπρας ήταν άριστος στη συγκεκριμένη ομιλία. (Στο πλαίσιο των συμφραζομένων εδώ, «άριστος» σημαίνει «τρομακτικός».) Ενίσχυσε το παραμύθι του θριαμβευτικού τέλους των μνημονίων, μέσω της υποτιθέμενης σταυροφορίας πολέμου κατά της διαφθοράς του παρελθόντος και, όλο αυτό, μέσα σε πνεύμα οξείας επιθετικότητας και άκρας περιφρόνησης για τον αντίπαλο. Επισημαίνω μόνο τη διατύπωση του «ετερόκλητος όχλος», για τον κόσμο των μακεδονικών συλλαλητηρίων – αξιοσημείωτη για έναν αριστερό πρωθυπουργό. Δεδομένου ότι μιλούσε σε στρατό μάλλον παρά σε κοινοβουλευτική ομάδα, η ομιλία του πρέπει να έπιασε τόπο. Επειτα από αυτή, η κυβέρνηση φάνηκε να ανακτά την αυτοπεποίθησή της, αν όχι τον έλεγχο των εξελίξεων. Το γεγονός ότι επισπεύδει τη διαπραγμάτευση με τα Σκόπια αυτό δείχνει – χθες πραγματοποιήθηκε η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών, που όλοι την περίμεναν αύριο.
Σαν να μην έφταναν αυτά, προχθές τα μεσάνυχτα μπήκε και η Τουρκία στο παιχνίδι, με το επεισόδιο στα Ιμια. Αρχικά, να το παραδεχθώ, όπως μεταδόθηκε η είδηση προσέφερε διεξόδους προς φαιδρούς συνειρμούς: τουρκική πλώρη είχε έλθει σε επαφή με ελληνική πρύμνη; Παρέπεμπε σε περίπτωση για το #metoo. Ιδού η βλαβερή επιρροή του φαινομένου Harvey Weinstein στις διεθνείς σχέσεις. Ηταν, βέβαια, σοβαρότερο. Κατά τις πληροφορίες, το τουρκικό σκάφος έβαλε πλώρη, πρόσω ολοταχώς, με στόχο το μέσον του ελληνικού, το οποίο κινήθηκε την τελευταία στιγμή για να αποφύγει την πρόσκρουση, με αποτέλεσμα να δεχθεί το πλήγμα στην πρύμνη πλαγίως. Η ζημία στο ελληνικό σκάφος είναι σοβαρή. Επειτα από αυτό, σκέπτεσαι ότι στην Τουρκία είναι πρόεδρος ο Ερντογάν, στην Ελλάδα υπουργός Αμυνας είναι ο Καμμένος – και σε κόβει ο κρύος ιδρώτας.
Το συνηθέστερο λάθος που κάνουμε, στην προσπάθεια να καταλάβουμε τα πράγματα, είναι να αποδίδουμε στη λογική τον πρωταρχικό ρόλο. Να ξεκινούμε, δηλαδή, με την προϋπόθεση ότι η λογική πάντα πρυτανεύει στα κίνητρα της ανθρώπινης δράσης. Λάθος, αλλά εγώ θα το διαπράξω ευχαρίστως και δεν πειράζει. Αν η λογική κυριαρχούσε, η Τουρκία δεν θα είχε λόγο να προκαλέσει ένα θερμό επεισόδιο με την Ελλάδα. Αφενός, δεν έχει την πολυτέλεια να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τη σχέση της με τη Δύση, έστω και αν η Δύση είναι ουσιαστικά ακέφαλη, λόγω της προεδρίας Τραμπ· αφετέρου, γιατί να διακινδυνεύσει, όταν με ένα «μπου!» μπορεί να πετύχει τους σκοπούς της έναντι της Ελλάδας; Ιδίως με μια ελληνική κυβέρνηση, η οποία γνωρίζει ότι ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο θα επέσπευδε τη φρικτή ώρα του αποχωρισμού της από την εξουσία. Τα Ιμια είναι για την Τουρκία ένα κουμπί που μπορεί να το πιέζει όποτε θέλει και να έχει αποτέλεσμα. Αρκεί να χρησιμοποιήσει το δάχτυλο, όχι το σφυρί.
Από την άλλη, βέβαια, τίθεται το ζήτημα της ψυχολογικής ισορροπίας του Ερντογάν, στην οποία δεν μπορείς να βασίζεσαι απολύτως, καθώς επίσης το ζήτημα ότι οι πιθανότητες ατυχήματος, εξαιτίας ανθρώπινου λάθους, είναι μεγαλύτερες σε τέτοιου είδους τριβές, που αφορούν περίπλοκα και πολυάνθρωπα συστήματα. Αλλά και πάλι, το μέγεθος του κινδύνου είναι ο σοβαρότερος λόγος ώστε οι δύο πλευρές να προσέχουν: η μεν τουρκική να μαζεύεται, η δε ελληνική να υποχωρεί διακριτικά. Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι, όπως κάθε φορά που συμβαίνει κάτι παρόμοιο, ο κίνδυνος στα ελληνοτουρκικά λειτουργεί συσπειρωτικά για την κυβέρνηση, την κάθε κυβέρνηση.
Το δικό μου συμπέρασμα από αυτά είναι ότι τόσο οι πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ όσο και η τύχη τον βοηθούν να εφαρμόζει τη στρατηγική του, που είναι μία και πολύ απλή: «Μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση», με τα λόγια του Μάο, τον οποίο ο Τσίπρας τόσο πολύ θαυμάζει. Μόνο μέσα από συνθήκες κρίσης μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να σταθεί· η κανονικότητα θα τον σκοτώσει ή, μάλλον, θα τον κάνει τελείως ΠΑΣΟΚ, κάτι το οποίο, με τις σημερινές συνθήκες στην πολιτική ζωή, ισοδυναμεί με θάνατο...
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ