Προκειμένου να γίνει αντιληπτή η γενικότερη θέση του Κ. Καραμανλή απέναντι στο μείζον θέμα του Συντάγματος της χώρας θα ήταν σκόπιμη η αναφορά στην εναρκτήρια φράση σχετικής ομιλίας του ενώπιον της Βουλής: «Οταν ο Σόλων ηρωτήθη κάποτε ποία είναι η καλυτέρα μορφή πολιτεύματος, αντί απαντήσεως ηρώτησε: διά ποίον λαόν; διά ποίαν εποχήν; Πράγμα που σημαίνει ότι ο νομοθέτης οφείλει να έχη την ικανότητα να ανεύρη το σύστημα εκείνο, το οποίον θα συνδυάση τας βασικάς αρχάς της Δημοκρατίας με τας περιστάσεις και τας ειδικάς συνθήκας της χώρας του».
Με αυτή την συλλογιστική, ο Κ. Καραμανλής είχε προσανατολιστεί από το 1961 στην ιδεά της αναθεώρησης μη θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος του 1952, το οποίο χαρακτήριζε ως «απηρχαιωμένον» και «τροχοπέδην εις την πρόοδον του τόπου».
Ειδικότερα, είχε εισηγηθεί τη συνταγματική κατοχύρωση του θεσμού της νομοθετικής εξουσιοδότησης και του δικαίου της ανάγκης, τον εξορθολογισμό της τακτικής νομοθετικής διαδικασίας, την κατοχύρωση κοινωνικών δικαιωμάτων, τη θέσπιση προσόντων για τους εκδότες εφημερίδων, καθώς και τη σύσταση Συνταγματικού Δικαστηρίου στο οποίο ανετίθετο και η διάλυση «ανατρεπτικών» πολιτικών κομμάτων.
Η πρόταση αυτή αντιμετωπίστηκε αρνητικά τόσο από την μείζονα αντιπολίτευση όσο και από το ρυθμιστή του πολιτεύματος. Η ματαίωση, υπό τις συνθήκες αυτές, της εφαρμογής αυτής της «βαθείας τομής» αποτέλεσε, κατά τον Κ. Καραμανλή, μιαν από τις βασικές αιτίες της φθοράς του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος στα χρόνια που ακολούθησαν, αλλά και της κατάλυσης της Δημοκρατίας, το 1967.
Μετά την αποκατάσταση των ελευθέρων θεσμών και την επίλυση του πολιτειακού ζητήματος, ο Κ.Καραμανλής θεώρησε αναγκαία την ψήφιση νέου Συντάγματος, ικανού να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών, μέσω και της «λελογισμένης» ενίσχυσης της εκτελεστικής εξουσίας. Συγκεκριμένα, διασφαλίστηκε η αποτελεσματική διακυβέρνηση της χώρας από την κυβέρνηση της πλειοψηφίας και, ταυτόχρονα, μέσω του θεσμού του Προέδρου, αναχαιτιζόταν η ενδεχόμενη τάση της ίδιας αυτής κυβέρνησης να εκμεταλλευτεί με τρόπο αθέμιτο τη θέση της εις βάρος των αντιπάλων της.
Το νέο Σύνταγμα ψηφίστηκε στις 7 Ιουνίου 1975 και αποτέλεσε έκτοτε σταθερό έρεισμα για την αταλάντευτη δημοκρατική πορεία της χώρας.
Όσο για εκείνους που λένε ότι επανέφερε το Σύνταγμα του 1952, πρέπει να θυμόμαστε ότι το Σύνταγμα του 1927 συζητήτω απο το 1924. Επίσης το Σύνταγμα του 1952 συζητήτω απο το 1946. Άρα χρειάζοταν κάποιος χρόνος. Από το 1961 είχε θέσει ο Εθνάρχης την ανάγκη αλλαγής του Συντάγματος.
Να θυμίσω δε ότι ο Καραμανλής ξεκίνησε την απελευθέρωση κρατουμένων, την επανασύσταση του Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας, την επαναφορά των Ενόπλων Δυνάμεων υπό τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας, την αποκατάσταση της νομιμότητας στα πανεπιστήμια, την επαναφορά των συνδικαλιστικών ελευθεριών, την επαναφορά των απολυμένων απο την δημόσια διοίκηση, την κατάργηση του Νόμου 509 - νομιμοποίηση του ΚΚΕ, την επαναλειτουργία των αγροτικών συνεταιρισμών, την αμνήστευση των πολιτικών αδικημάτων και πολλά άλλα.
Ίδρυμα Καραμανλή 2
Ειδικότερα, είχε εισηγηθεί τη συνταγματική κατοχύρωση του θεσμού της νομοθετικής εξουσιοδότησης και του δικαίου της ανάγκης, τον εξορθολογισμό της τακτικής νομοθετικής διαδικασίας, την κατοχύρωση κοινωνικών δικαιωμάτων, τη θέσπιση προσόντων για τους εκδότες εφημερίδων, καθώς και τη σύσταση Συνταγματικού Δικαστηρίου στο οποίο ανετίθετο και η διάλυση «ανατρεπτικών» πολιτικών κομμάτων.
Η πρόταση αυτή αντιμετωπίστηκε αρνητικά τόσο από την μείζονα αντιπολίτευση όσο και από το ρυθμιστή του πολιτεύματος. Η ματαίωση, υπό τις συνθήκες αυτές, της εφαρμογής αυτής της «βαθείας τομής» αποτέλεσε, κατά τον Κ. Καραμανλή, μιαν από τις βασικές αιτίες της φθοράς του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος στα χρόνια που ακολούθησαν, αλλά και της κατάλυσης της Δημοκρατίας, το 1967.
Μετά την αποκατάσταση των ελευθέρων θεσμών και την επίλυση του πολιτειακού ζητήματος, ο Κ.Καραμανλής θεώρησε αναγκαία την ψήφιση νέου Συντάγματος, ικανού να ανταποκριθεί στις προκλήσεις των καιρών, μέσω και της «λελογισμένης» ενίσχυσης της εκτελεστικής εξουσίας. Συγκεκριμένα, διασφαλίστηκε η αποτελεσματική διακυβέρνηση της χώρας από την κυβέρνηση της πλειοψηφίας και, ταυτόχρονα, μέσω του θεσμού του Προέδρου, αναχαιτιζόταν η ενδεχόμενη τάση της ίδιας αυτής κυβέρνησης να εκμεταλλευτεί με τρόπο αθέμιτο τη θέση της εις βάρος των αντιπάλων της.
Το νέο Σύνταγμα ψηφίστηκε στις 7 Ιουνίου 1975 και αποτέλεσε έκτοτε σταθερό έρεισμα για την αταλάντευτη δημοκρατική πορεία της χώρας.
Όσο για εκείνους που λένε ότι επανέφερε το Σύνταγμα του 1952, πρέπει να θυμόμαστε ότι το Σύνταγμα του 1927 συζητήτω απο το 1924. Επίσης το Σύνταγμα του 1952 συζητήτω απο το 1946. Άρα χρειάζοταν κάποιος χρόνος. Από το 1961 είχε θέσει ο Εθνάρχης την ανάγκη αλλαγής του Συντάγματος.
Να θυμίσω δε ότι ο Καραμανλής ξεκίνησε την απελευθέρωση κρατουμένων, την επανασύσταση του Ανώτατου Συμβουλίου Εθνικής Άμυνας, την επαναφορά των Ενόπλων Δυνάμεων υπό τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας, την αποκατάσταση της νομιμότητας στα πανεπιστήμια, την επαναφορά των συνδικαλιστικών ελευθεριών, την επαναφορά των απολυμένων απο την δημόσια διοίκηση, την κατάργηση του Νόμου 509 - νομιμοποίηση του ΚΚΕ, την επαναλειτουργία των αγροτικών συνεταιρισμών, την αμνήστευση των πολιτικών αδικημάτων και πολλά άλλα.
ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΝΙΟΜΑΣΤΕ
Ίδρυμα Καραμανλή 1Ίδρυμα Καραμανλή 2