Η δημοσιογράφος της Boston Globe, Shirley Leung, γράφει στην εισαγωγή: «Θέλετε να καταλάβουμε γιατί η Ελλάδα ζει αυτή τη στιγμή μια τραγωδία; Ας πάμε πολλά χρόνια πίσω...». Και όντως πηγαίνει και μας διηγείται την ιστορία της οικογένειας Δημουλά.
Ο πατριάρχης της φαμίλιας Άρθουρ Δημουλάς έφτασε στο Λόουελ το 1917 και άνοιξε ένα μικρό μπακάλικο στην Dummer Street, μια περιοχή που έβριθε από Έλληνες και υπήρχαν πολλά αντίστοιχα μαγαζιά συμπατριωτών του. Ο Δημουλάς, όμως, ήταν δαιμόνιος και έξυπνος επιχειρηματίας και κατάφερε να κάνει το μικρό μπακάλικο, μια απίστευτα μεγάλη αυτοκρατορία που έφτασε να έχει αξία 4,6 δισ. δολάρια.
Οι γιοι του Μάικ και Γιώργος δούλεψαν κοντά του σε αγαστή σύμπνοια, σε αντίθεση με τους επιγόνους που τα έκαναν μαντάρα. Κάθε ένα από τα παιδιά του Άρθουρ βάφτισαν τα αγόρια τους με το όνομα του πατέρα τους.
Το πρώτο μπακάλικο του Άρθουρ Δημουλά
Οι νεότεροι σήκωσαν το τσεκούρι του πολέμου και έφτασαν μέχρι τα δικαστήρια διεκδικώντας το μεγαλύτερο μερίδιο της περιουσίας. Στο μεταξύ 25.000 θέσεις εργασίας και 71 καταστήματα κρέμονταν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Οι παλαιότεροι φίλοι του Άρθουρ Δημουλά λένε πως αν ζούσε τίποτα από όλα αυτά δεν θα συνέβαιναν. Λένε πως όλα ξεκίνησαν από τον Μάικ, καθώς φέρεται αυτός να ξεκίνησε τη διαμάχη για την περιουσία και αυτή συνεχίστηκε με πιο άγριο τρόπο ανάμεσα στα δύο ξαδέρφια. Τον Άρθουρ Τ. και τον Άρθουρ S.
Ακόμα και σήμερα στο Λόουελ λένε πως δεν υπάρχουν κακοί... Δημουλάδες, παρά μόνοι καλοί και θυμούνται τα μεγαλεία της επιχείρησης.
Τα πράγματα έγιναν πολύ άσχημα ότι ο Άρθουρ S. ανέλαβε την επιχείρηση και έβγαλε εκτός τον ξάδερφό του Άρθουρ Τ. Οι εργαζόμενοι επαναστάτησαν, οι πελάτες έκαναν μποϊκοτάζ στα μαγαζιά για αλληλεγγύη προς τον εκτοπισμένο ξάδερφο και έτσι κατέληξαν στα δικαστήρια.
Ο Γιώργος Δημουλάς (δεξιά) με τον πατριάρχη της οικογένειας Άρθουρ Δημουλά (αριστερά)
Το θέμα, λένε οι κάτοικοι, δεν είναι τα χρήματα. Η οικογένεια Δημουλά είναι από την αρχή τα πάντα. Τα παιδιά έζησαν μέσα στα πλούτη, δεν τους έλειψε τίποτα. Μάλλον η κλασική ελληνική φαγωμάρα και η ζήλια ήταν εκείνη που κινητοποίησε μέσα του τα πιο ταπεινά συναισθήματα και τους οδήγησε σε έναν ατέρμονο δικαστικό αγώνα.
Να σημειωθεί πως η εταιρεία αυγάτισε τα κέρδη της μετά το θάνατο του Γιώργου, οπότε και ο Μάικ ανέλαβε την επιχείρηση. Ήταν εργασιομανής, αδυσώπητος και έβαλε την επιχείρηση σε μια νέα εποχή. Δικαιώς λοιπόν ο γιος του πίστευε πως του ανήκαν περισσότερα από τον ξάδερφό του. Μάλιστα, αποφάσισε να μείνει στο Λόουελ τη στιγμή που ο Άρθρουρ S. μεγαλοπιάστηκε στη Βοστόνη.
Ίσως γι' αυτό οι κάτοικοι στο Λόουελ είναι στο πλευρό του και ζητούν να αποδοθεί δικαιοσύνη υπέρ του. Οι Έλληνες άρχισαν να φτάσουν στο Λόουελ από το 1890, έχτισαν εκκλησίες, αγορές και καφενεία, δημιούργησαν μια δική τους κοινότητα, αλλά φαίνεται πως ακόμα και εκεί κουβάλησαν όλα τα πάθη και τα ελαττώματα της φυλής.