Οι Ρωσοτουρκικοί πόλεμοι
- Ο πόλεμος του 1828-1829
- Η ρωσική προέλαση και η κατάκτηση εδαφών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας
- Το τέλος του πολέμου και η Συνθήκη της Αδριανούπολης
- Ποιος ελευθέρωσε την Ελλάδα;
Μπορεί σήμερα οι ρωσοτουρκικές σχέσεις να βρίσκονται, φαινομενικά τουλάχιστον σε εξαιρετικό επίπεδο, ωστόσο δεν συνέβαινε πάντα αυτό. Για δύο περίπου αιώνες, από τα τέλη του 17ου ως τα τέλη του 19ου η Ρωσία και η Οθωμανική αυτοκρατορία είχαν ιδιαίτερα εχθρικές σχέσεις και ανάμεσά τους έγιναν από το 1676 ως το 1878 δέκα πολεμικές συγκρούσεις (Ρωσοτουρκικοί Πόλεμοι).
Οι Ρωσοτουρκικοί πόλεμοι
Εφαλτήριο για τους Ρωσοτουρκικούς πολέμους ήταν η επεκτατική πολιτική της Οθωμανικής αυτοκρατορίας τον 17ο αιώνα. Μετά την κατάκτηση της Κρήτης το 1669, την οποία κατείχαν ως τότε οι Βενετοί, οι Οθωμανοί στράφηκαν ξανά προς τον βορρά. Αφού το 1676 απέσπασαν την Ποδολία από την Πολωνία, πολέμησαν μαζί με τους υποτελείς τους Τατάρους της Κριμαίας, τους Ρώσους και τους Κοζάκους (1676-1681) καθιστώντας τη δυτική Ουκρανία υποτελή ηγεμονία και φτάνοντας τα σύνορά τους ως τον ποταμό Δνείπερο. Με τη Συνθήκη του Μπαχτσισαράι το 1681 οι Οθωμανοί έδωσαν στους Ρώσους το δικαίωμα να εμπορεύονται ελεύθερα στην Κριμαία. Από τους επόμενους Ρωσοτουρκικούς πολέμους ξεχωριστή σημασία για τη χώρα μας έχει ο πόλεμος που ξέσπασε το 1768 και με τον οποίο οι Ρώσοι κατόρθωσαν να κατακτήσουν τις βόρειες περιοχές του Καυκάσου και τη νότια Ουκρανία, ενώ το χανάτο της Κριμαίας έγινε υποτελές τους. Οι συγκρούσεις έληξαν το 1774 με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή αφού πρώτα όμως οι Ρώσοι προκάλεσαν την εξέγερση των Ελλήνων (Ορλοφικά).
Ο πλέον καθοριστικός για τη χώρα μας όμως Ρωσοτουρκικός πόλεμος ήταν αυτός του 1828-1829 ο οποίος έγινε μετά τη ναυμαχία του Ναβαρίνου και ενώ η Ελληνική Επανάσταση ακόμα δεν είχε τελειώσει. Βασική αιτία για τον πόλεμο αυτό ήταν η συμμετοχή της Ρωσίας στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου τον Οκτώβριο του 1827. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’ έκλεισε τα Δαρδανέλια για τα ρωσικά πλοία και ανακάλεσε τη Συνθήκη του Άκερμαν (1826). Η αφορμή δόθηκε από τις πολεμικές προπαρασκευές των Οθωμανών και την κυκλοφορία προκήρυξης από αυτούς σύμφωνα με την οποία η Ρωσία χαρακτηριζόταν «προαιώνιος εχθρός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και του Ισλάμ».
Οι εχθροπραξίες (Απρίλιος 1828-Σεπτέμβριος 1829)
Οι πολεμικές συγκρούσεις ξεκίνησαν στις 26 Απριλίου 1828. Ο ίδιος ο τσάρος Νικόλαος τέθηκε επικεφαλής 100.000 ανδρών ενώ αρχηγός των Οθωμανών ήταν ο Χουσεΐν πασάς. Τον Απρίλιο και τον Μάιο του 1828 ο Αρχιστράτηγος των Ρώσων Peter Wittgenstein κινήθηκε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες της Μολδαβίας και της Βλαχίας. Τον Ιούνιο του 1828 ο κύριος όγκος των ρωσικών δυνάμεων πέρασε τον Δούναβη και έφθασε στη Δοβρουτσά.
Ακολούθησαν πολιορκίες από τους Ρώσους τριών βασικών οθωμανικών οχυρών που βρίσκονται στη σημερινή Βουλγαρία: της Σούμλας(Σούμεν), της Σηλυμβρίας και της Βάρνας. Με την υποστήριξη του στόλου της Μαύρης θάλασσας υπό τον Alexey Greig η Βάρνα καταλήφθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 1828. Ωστόσο στη Σούμλα τα πράγματα δεν ήταν καθόλου εύκολα για τους Ρώσους. Η ισχυρή οθωμανική φρουρά από 40.000 άνδρες τους αντιμετώπισε με επιτυχία. Ο κακός εξοπλισμός των Ρώσων στρατιωτών και ο θάνατος πολλών από ασθένειες ή εξάντληση, οδήγησε τα τσαρικά στρατεύματα σε απόσυρση στη Μολδαβία και τη Βεσαραβία στη διάρκεια του χειμώνα 1828-1829. Οι απώλειες των Ρώσων ήταν πολύ μεγάλες ενώ η Σούμλα και η Σηλυμβρία παρέμεναν στα χέρια των Οθωμανών.
Οι εχθροπραξίες κατά το 1829
Τον Φεβρουάριο του 1829 ο προσεκτικός στις ενέργειές του Wittgenstein αντικαταστάθηκε από τον δυναμικό Hans Karl von Diebitch ενώ ο τσάρος αναχώρησε για την πρωτεύουσά του, την Αγία Πετρούπολη. Στις 7 Μαΐου 1829 60.000 Ρώσοι στρατιώτες πέρασαν τον Δούναβη υπό την ηγεσία του von Diebitchκαι συνέχισαν την πολιορκία της Σηλυμβρίας. Ο σουλτάνος έστειλε ενισχύσεις 40.000 ανδρών για την υπεράσπιση της Βάρνας ,οι οποίοι όμως νικήθηκαν από τους Ρώσους στη μάχη του Kulevicha(στη σημερινή Ουκρανία) στις 30 Μαΐου 1829. Τρεις εβδομάδες αργότερα στις 19 Ιουνίου η Σηλυμβρία έπεσε στα χέρια των Ρώσων. Στο μεταξύ ο ρωσικός στρατός στο μέτωπο του Καυκάσου με επικεφαλής τον Ivan Paskevich νίκησε τους Οθωμανούς στη μάχη του Akhalzik και κατέλαβε το Καρς στις 23 Ιουνίου και το Ερζερούμ στις 27 Ιουνίου. Ακολούθησε προέλαση των Ρώσων προς την Τραπεζούντα και προσωρινή κατάληψη της Αδριανούπολης.
Οι Οθωμανοί βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση, ενώ η Αγγλία, η Γαλλία και η Αυστρία ήταν ιδιαίτερα θορυβημένες από τη ρωσική προέλαση. Ο αγγλικός στόλος έπλεε προς τα Δαρδανέλια, ο γαλλικός ετοιμαζόταν για πιθανή επέμβαση ενώ οι Αυστριακοί ήταν έτοιμοι επίσης να αναλάβουν ένοπλη δράση φοβούμενοι διείσδυση των Ρώσων σε ζωτικής σημασίας γι’ αυτούς περιοχές. Ο φόβος για εμπλοκή με τις άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις και πιθανότατα στρατηγικοί λόγοι ,ανάγκασαν τους Ρώσους να μην προχωρήσουν νότια της Αδριανούπολης αφού στο μεταξύ οι Οθωμανοί έδειχναν να δέχονται τις ρωσικές αξιώσεις. Πάντως τα ρωσικά στρατεύματα είχαν φτάσει σε απόσταση 60 χιλιομέτρων από την Κωνσταντινούπολη προκαλώντας πανικό στους κατοίκους της ,ενώ στο πέρασμά τους κατέστρεφαν και λεηλατούσαν τα πάντα. Έτσι στις 2/14 Σεπτεμβρίου 1829 στο στρατηγείο του von Diebitch υπογράφτηκε η Συνθήκη της Αδριανούπολης.
Η καθοριστική για την Ελλάδα Συνθήκη της Αδριανούπολης
Εκπρόσωποι της Ρωσίας ήταν ο κόμης Α. Ορλόφ και ο κόμης Φ. Πάλεν και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ο Μεχμέτ Σαντίν εφέντης και ο Αμπντούλ Καντίρ μπέης οι οποίοι συνοδεύονταν από τους πρέσβεις της Αγγλίας και της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη, οι οποίοι είχαν προσφερθεί να μεσολαβήσουν για τη λήξη του πολέμου και την υπογραφή της Συνθήκης.
Η Συνθήκη της Αδριανούπολης αποτελείται από 16 άρθρα στα οποία προστέθηκε ειδική πράξη σχετικά με το καθεστώς της Βλαχίας και της Μολδαβίας.
Το άρθρο 2 της Συνθήκης προέβλεπε την εκκένωση από τους Ρώσους και την απόδοση στην Οθωμανική αυτοκρατορία των τμημάτων της Ανατολικής Βαλκανικής που είχαν καταληφθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου και συγκεκριμένα της Μολδαβίας, της Βλαχίας, της Κραϊόβας (σήμερα στη Ρουμανία), της Βουλγαρίας, της Δοβρουτσάς, της Ρωμυλίας και τμήματος της Ανατολικής Θράκης.
Στο άρθρο 3, οριζόταν ο ποταμός Προύθος ως σύνορο ανάμεσα σε Ρωσία και Οθωμανική αυτοκρατορία και αναγνωριζόταν η κυριαρχία της Ρωσίας στη Γεωργία και την Ιμεριτία (δυτικά της Γεωργίας, πρόκειται για την αρχαία Κολχίδα), καθώς και σε άλλα γειτονικά προς αυτές τις δύο περιοχές εδάφη. Επίσης, ενσωματώθηκαν στη Ρωσία όλες οι ακτές του Καυκάσου στη Μαύρη Θάλασσα, από τις εκβολές του ποταμού Κουμπάν ως τα βόρεια σύνορα της Ατζαρίας.
Το παράδοξο, εντυπωσιακό και ανεξήγητο, είναι ότι μεγάλο μέρος από τα εδάφη που κατέλαβαν οι Ρώσοι στον πόλεμο του 1828-1829 (Καρς, Αρνταχάν, Ολτί, λίμνη Τσιντίρ και τα ερείπια της ιστορικής πρωτεύουσας των Αρμενίων Ανί), δόθηκαν με τις Συνθήκες της Μόσχας και του Καρς (1921), από τους Μπολσεβίκους στη νεοϊδρυθείσα Τουρκική Δημοκρατία! Δόθηκε επίσης στην Τουρκία το Σουρμαλί και ο διάδρομος του Καρς (σε βάρος του Ιράν). Αν προσθέσουμε την Ανατολική Θράκη, που δόθηκε χωρίς να πέσει ούτε μια ντουφεκιά, όπως είχε πει ο Ισμέτ Ινονού στον Κεμάλ και την Αλεξανδρέτα, που κατέλαβαν με δόλιο τρόπο οι Τούρκοι πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, “σχηματίζεται” μία τεράστια εδαφική έκταση, που κατέχει η Τουρκία χωρίς να χρειαστεί να πολεμήσει!
Οι βαρύγδουπες δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν και των άλλων Τούρκων αξιωματούχων που γίνονται κατά καιρούς και αφορούν τα εδάφη που ανήκουν σήμερα στην Τουρκία, απευθύνονται είτε σε φανατικούς ακροατές με παρωπίδες, είτε σε ανιστόρητους...
Επανερχόμαστε όμως στη Συνθήκη της Αδριανούπολης.
Με το άρθρο 5, προβλεπόταν η διατήρηση της τουρκικής επικυριαρχίας στις ηγεμονίες της Μολδαβίας και της Βλαχίας, στις οποίες θα ίσχυαν όλα τα προνόμια που τους είχαν δοθεί κατά καιρούς. Η Ρωσία οριζόταν εγγυήτρια για την αυτονομία των ηγεμονιών, που θα έδιναν στην Πύλη μόνο ετήσιο φόρο. Η Τουρκία, αναγνώριζε στους οσποδάρους (ηγεμόνες) των περιοχών, απόλυτη ελευθερία για τη ρύθμιση των εσωτερικών ζητημάτων τους και απάλλασσε για δύο χρόνια τους κατοίκους τους από οποιαδήποτε φόρο. Το άρθρο 6 ήταν πολύ σημαντικό, γιατί εξασφάλιζε αυτονομία στη Σερβία και ρύθμιζε φορολογικά, εμπορικά, θρησκευτικά και άλλα ζητήματα της χώρας. Με άλλα άρθρα της Συνθήκης, αναγνωρίστηκε στους υπηκόους της Ρωσίας το δικαίωμα να εμπορεύονται ελεύθερα σε όλη την Οθωμανική αυτοκρατορία και ρυθμιζόταν ζητήματα ναυσιπλοΐας στον Δούναβη, ενώ η Τουρκία υποχρεωνόταν να εξασφαλίζει τον ελεύθερο διάπλου των ρωσικών και των πλοίων των άλλων χωρών στα Στενά και στον Εύξεινο Πόντο. Επίσης, υποχρεώθηκε να καταβάλλει στη Ρωσία 10.000.000 ολλανδικά δουκάτα και να ξοφλήσει παλαιές οφειλές σε Ρώσους εμπόρους και ιδιώτες.
Επρόκειτο για μία από τις σημαντικότερες διπλωματικές επιτυχίες της Ρωσίας, η οποία όμως προήλθε από τις θριαμβευτικές νίκες της στα πεδία των μαχών.
Η Συνθήκη της Αδριανούπολης και η Ελλάδα
Πολύ λίγοι γνωρίζουν ότι η Συνθήκη της Αδριανούπολης ήταν καθοριστική για την ανεξαρτησία της Ελλάδας.
Ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, έχει το άρθρο 10 της Συνθήκης. Λίγες μέρες πριν την υπογραφή της η Οθωμανική αυτοκρατορία υποχρεωμένη από την εξέλιξη του πολέμου, αλλά και τη γενικότερη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων για τη λύση των προβλημάτων των Βαλκανίων, αποδεχόταν προγενέστερες αποφάσεις Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας για την ελληνική υπόθεση και δήλωνε επίσημα “ότι υπόσχεται και υποχρεούται απέναντι των αντιπροσώπων των υπογραψασών την συνθήκην του Λονδίνου Δυνάμεων να υπογράψει ολοσχερώς πάσας τας προς εκτέλεσις αυτής ληφθησομένας αποφάσεις”. Οι πρέσβεις της Γαλλίας και της Αγγλίας στην Κωνσταντινούπολη, έστειλαν στον Ρώσο αρχιστράτηγο von Diebitch αντίγραφο της δήλωσης αυτής, που υπήρχε στην αρχή του άρθρου 10 της Συνθήκης, στο οποίο οριζόταν τα εξής:
“Ομολογούσαν η Υψηλή Πύλη των τελείαν αυτής συγκατάθεσιν εις τα ορισμένα εν τη του Λονδίνου Συνθήκη την 24 Ιουνίου/6 Ιουλίου 1827 μεταξύ της Ρωσίας, της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας, συναποδέχεται και την πράξιν της 10/22 Μαρτίου 1829, εκ συμφώνου μεταξύ των αυτών τούτων Δυνάμεων αποφασισθείσαν επί τη βάσει της ειρημένης (που έχει αναφερθεί) συνθήκης και διαλαμβάνουσαν τους προς την οριστικήν εκείνης εκτέλεσιν λεπτομερείς συμβιβασμούς. Ευθύς δε μετά την ανταλλαγή των επικυρώσεων της παρούσης περί ειρήνης συνθήκης η Υψηλή Πύλη θέλει διορίσει πληρεξουσίους δια να συμφωνήσουν μετά της Ρωσικής Αυτοκρατορικής Αυλής και των Αυλών της Αγγλίας και της Γαλλίας περί της εκπληρώσεως των ειρημένων ορισμών και συμβιβασμών”.
|
Hans Karl von Diebitsch |
Με τη Συνθήκη του Λονδίνου (1827), οι Μεγάλες Δυνάμεις, με πρωτοβουλία του Τζορτζ Κάνινγκ αποφάσισαν την ειρήνευση στην Ελλάδα προτείνοντας παράλληλα στον σουλτάνο Μαχμούτ Β’ την παραχώρηση ανεξαρτησίας στους Έλληνες. Ωστόσο ο σουλτάνος, βλέποντας τις επιτυχίες του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο και του Κιουταχή στη Στερεά Ελλάδα , απέρριψε τη Συνθήκη. Στις 10 Μαρτίου 1829, υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, με το οποίο ανατρεπόταν το δυσμενές για τη χώρα μας Πρωτόκολλο του Νοεμβρίου του 1828 και οριζόταν ότι η Ελλάδα θα τελούσε υπό την κυριαρχία της Υψηλής Πύλης, πληρώνοντας ετήσιο φόρο 1.500.000 γρόσια στον σουλτάνο, ενώ οριζόταν η γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού Κόλπου, ως συνοριακή για την Ελλάδα.
Κάτω από τη φαινομενική αοριστία του άρθρου 10 της Συνθήκης της Αδριανούπολης, υπήρχε η ανεπιφύλακτη αποδοχή από την Οθωμανική αυτοκρατορία της δημιουργίας αυτόνομου ελληνικού κράτους, που είχε αποφασιστεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις με τη Συνθήκη του 1818 και το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, το 1829.
Μάλιστα, οι εκπρόσωποι της Αγγλίας και της Γαλλίας που παρακολουθούσαν τις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή της Συνθήκης της Αδριανούπολης με σκοπό να περιορίσουν τα πλεονεκτήματα που θα αποκόμιζαν οι Ρώσοι, ζήτησαν να ρυθμιστεί το ελληνικό ζήτημα με ξεχωριστή συμφωνία που θα υπογραφόταν και από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Ρωσία όμως αρνήθηκε, με το επιχείρημα ότι οι θυσίες της στον πόλεμο του 1828-1829, της έδιναν το δικαίωμα να περιοριστεί σ’ αυτήν “η τιμή της επιβολής εις την Τουρκίαν αποδοχής των όρων της Συνθήκης του Λονδίνου”.
(Τα στοιχεία για τη Συνθήκη της Αδριανούπολης,προέρχονται από το σχετικό λήμμα της εγκυκλοπαίδειας ΠΑΠΥΡΟΣ-ΛΑΡΟΥΣ-ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ,που υπογράφει ο Β.Σφυρόερας).
Φ. Ένγκελς: ο Ντίμπιτς ελευθέρωσε την Ελλάδα...
Αναμφίβολα, η Συνθήκη της Αδριανούπολης ήταν καθοριστική για τη χώρα μας. Ο μεγάλος Άγγλος πολιτικός Γλάδστον είπε ότι η Συνθήκη αυτή υπήρξε “το διεθνές συμβόλαιο της πολιτικής υπόστασης και αυτοτέλειας του ελληνικού κράτους...”
Ο Φ. Ένγκελς, προχώρησε ακόμα παραπέρα, καθώς χαρακτήρισε τον Ντίμπιτς ελευθερωτή της Ελλάδας! Γράφει στη «New York Daily Tribune» της 19ης Απριλίου 1853 : «Η σερβική εξέγερση του 1804 και ο ελληνικός ξεσηκωμός του 1821 υποκινήθηκαν λίγο-πολύ άμεσα από ρωσικό χρυσάφι και ρωσική επιρροή…».
«Ποιος έκρινε τον αγώνα όταν εξεγέρθηκαν οι 'Ελληνες;'Οχι βέβαια οι συνωμοσίες και οι ξεσηκωμοί του Αλή πασά στα Γιάννενα, όχι βέβαια η ναυμαχία του Ναβαρίνου, όχι βέβαια η παρουσία του Γαλλικού στρατού στο Μοριά, ούτε οι συνδιασκέψεις και τα πρωτόκολλα του Λονδίνου, παρά ο Ντίμπιτς που προέλασε με τον ρωσικό στρατό μέχρι την κοιλάδα της Μαρίτσας(Έβρου) περνώντας τον Αίμο».
Σίγουρα, όλα αυτά που αναφέρει ο Ένγκελς έπαιξαν τον ρόλο τους. Αν δεν υπήρχαν όμως γενναίοι και φωτισμένοι Έλληνες που είχαν αποφασίσει να δώσουν και τη ζωή τους για την ελευθερία, που δεν δείλιασαν απέναντι σε Τουρκαλβανούς και Αιγύπτιους και που, με τα όποια λάθη τους, κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες πολεμούσαν στη στεριά και τη θάλασσα, για οχτώ σχεδόν χρόνια, ούτε ο Ντίμπιτς, ούτε κανείς άλλος θα μπορούσε να ελευθερώσει την Ελλάδα...
Μιχάλης Στούκας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ