Πώς ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος; - Πού βρίσκεται το Τάνενμπεργκ; - Η διάταξη των αντιπάλων δυνάμεων - Οι αρχικές επιτυχίες των Ρώσων - Η επιστράτευση του στρατάρχη Χίντενμπουργκ, η γερμανική αντεπίθεση και η τελική νίκη επί των Ρώσων
Μία από τις πρώτες σημαντικές μάχες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν η λεγόμενη μάχη του Τάνενμπεργκ, το οποίο τότε ανήκε στην Πρωσία. Αν και διεξήχθη στο Άλενσταϊν (σήμερα Όλστιν της Πολωνίας), 30 χιλιόμετρα δυτικά από το Τάνενμπεργκ (το σημερινό Στέμπαρκ της Πολωνίας), ο νικητής της μάχης Γερμανός Στρατάρχης Χίντενμπουργκ, την ονόμασε «μάχη του Τάνενμπεργκ», για να εκδικηθεί, κατά κάποιο τρόπο την ήττα των Τευτόνων Ιπποτών (Γερμανικού στρατιωτικού θρησκευτικού Τάγματος) από Πολωνούς και Λιθουανούς το 1410. Η (δεύτερη) μάχη του Τάνενμπεργκ έγινε τον Αύγουστο του 1914. Κάποιοι ιστορικοί την τοποθετούν χρονικά μεταξύ 23 και 30 Αυγούστου 1914, ενώ οι περισσότεροι ιστορικοί μεταξύ 26-30 Αυγούστου 1914.

Η μάχη του Τάνενμπεργκ το 1410
Η έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου – Οι πρώτες συγκρούσεις
Η έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου – Οι πρώτες συγκρούσεις
Στις 28 Ιουνίου 1914 ο Αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος, διάδοχος του αυστριακού θρόνου δολοφονήθηκε στο Σαράγεβο από τον νεαρό Βόσνιο Γκαβρίλο Πρίντσιπ. Αν και δεν ήταν φανερή η άμεση συμμετοχή της Σερβίας και της εξτρεμιστικής οργάνωσης «Τσέρνα Ρούκα» («Μαύρη Χειρ»), η αυστροουγγρική κυβέρνηση, λόγω της λαϊκής αγανάκτησης και καθώς ήταν σίγουρη ότι είχε και τη γερμανική υποστήριξη έστειλε στις 23 Ιουλίου 1914 ένα αυστηρότατο τελεσίγραφο στη Σερβία, το οποίο περιλάμβανε 10 εξαιρετικά επαχθείς όρους, που αν γίνονταν δεκτοί, θα καθιστούσαν τη βαλκανική χώρα, υποτελή της Αυστρίας. Ο Γουλιέλμος Β’ της Γερμανίας πρόσφερε άμεσα στήριξη στην Αυστροουγγαρία.

Το γερμανικό Επιτελείο στο Τάνενμπεργκ
Μετά από μια σειρά γεγονότων και παρά το ότι η Σερβία είχε αποδεχθεί τους 8 από τους 10 όρους της Αυστρίας, η τελευταία της κήρυξε τον πόλεμο στη Σερβία χαρακτηρίζοντάς την μάλιστα «χώρα των δολοφόνων». Η σοβαρή απόφαση του Φραγκίσκου Ιωσήφ κλόνισε τη βαλκανική ισορροπία. Η Ρωσία ως «προστάτιδα» και συγγενής των σλαβικών λαών θίχτηκε άμεσα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, παραδοσιακός εχθρός της Ρωσίας είχε Γερμανούς αξιωματικούς ως εκπαιδευτές στον στρατό της. Ο τσάρος διέταξε μερική επιστράτευση στη Ρωσία στις 30 Ιουλίου, αλλά την 1η Αυγούστου η Γερμανία πρόλαβε και κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της. Η Μ. Βρετανία με κάποιες διπλωματικές ενέργειες προσπάθησε να διευθετήσει τις διαφορές, όμως η κατάσταση ήταν πλέον ανεξέλεγκτη και μη αναστρέψιμη.

Η δολοφονία του Φραγκίσκου Φερδινάρδου στο Σαράγεβο
Στις 2 Αυγούστου 1914 τα γερμανικά στρατεύματα προέλασαν στο Λουξεμβούργο, ενώ στις 3 Αυγούστου η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο στη Γαλλία και εισέβαλε στο ουδέτερο Βέλγιο, με σκοπό να χτυπήσει τους Γάλλους από το πλάι. Η Βρετανία που είχε ρητά δεσμευτεί να υπερασπιστεί το Βέλγιο εγκατέλειψε τη διπλωματία και εισήλθε στον πόλεμο στις 4/8/1914. Στις 5/8 η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας. Παρότι η Αντάντ είχε ήδη εισέλθει στον πόλεμο, η Ιταλία που είχε σχετικά πρόσφατα επικυρώσει εκ νέου την Τριπλή Συμμαχία παρέμεινε ουδέτερη ως τις 23 Μαΐου 1915, οπότε και κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Αυστροουγγαρίας. Η Ιαπωνία που είχε προχωρήσει σε συμμαχία με τη Μ. Βρετανία δύο χρόνια νωρίτερα κήρυξε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας στις 15/8/1914.
Τέλος, οι Οθωμανοί, ορμώμενοι και από τις εδαφικές διεκδικήσεις τους απέναντι στη Ρωσία (των τσάρων) υπέγραψε στις 2 Αυγούστου 1914 μυστική συμφωνία με τη Γερμανία, διαβεβαιώνοντας για τη συνεργασία της. Η Γερμανία είχε ένα σημαντικό πλεονέκτημα στο ρωσικό μέτωπο, καθώς η Ρωσία βρισκόταν στο στάδιο της επιστράτευσης. Ο Αρχηγός του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου Γιόχαν φον Μόλτκε, ακολουθώντας το σχέδιο που είχε συντάξει για ανάλογη κρίση ο προκάτοχός του Άλφρεντ φον Σλίφεν, ήδη από το 1905-1906, προτίμησε να ξεκαθαρίσει πρώτα την κατάσταση στο Δυτικό Μέτωπο και στη συνέχεια να στραφεί αποκλειστικά εναντίον της Ρωσίας που είχε χαρακτηριστεί «κολοσσός με πήλινα πόδια».
Οι Γερμανοί εκμεταλλευόμενοι και σοβαρά γαλλικά λάθη προέλασαν μέχρι το Παρίσι, αναγκάζοντας τη γαλλική κυβέρνηση να καταφύγει στο Μπορντό στις 2 Σεπτεμβρίου 1914. Παρά τις δύσκολες συνθήκες για τους Γάλλους, ο Στρατηγός Ζοφρ μετά από μια συγκλονιστική προσπάθεια κατάφερε να νικήσει τους Γερμανούς στη μάχη του Μάρνη (6-12 Σεπτεμβρίου 1914) και να τους απωθήσει ως τον ποταμό Σομ. Η γαλλική νίκη στην πρώτη μάχη του Μάρνη (έγινε και δεύτερη το 1918) ήταν καθοριστικής σημασίας για την εξέλιξη του Α’ ΠΠ (Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια ΔΟΜΗ, τ.22, Έκδοση 2005).

Η μάχη του Μάρνη.
Η κατάσταση στην Ανατολική Πρωσία – Η μάχη του Τάνενμπεργκ
Η κατάσταση στην Ανατολική Πρωσία – Η μάχη του Τάνενμπεργκ
Αν και ήταν απροετοίμαστοι, οι Ρώσοι, θέλοντας να ενισχύσουν τους Γάλλους αποφάσισαν να επιτεθούν εναντίον της μικρής γερμανικής στρατιωτικής δύναμης στην Ανατολική Πρωσία. Αν σκεφτούμε ότι ολόκληρος ο Γερμανικός Στρατός αποτελούνταν από 1.191 Τάγματα και μόνο το 10% από αυτά βρισκόταν στην Ανατολική Πρωσία καταλαβαίνουμε ότι, θεωρητικά πάντα, οι Ρώσοι είχαν το πλεονέκτημα.
Ο Γιακόφ Γκριγκόριεβιτς Ζιλίνσκι (1853-1918), Στρατηγός του Ιππικού και αρχηγός του Επιτελείου του Αυτοκρατορικού Ρωσικού Στρατού από τις 2/2/1911 ως τις 4/3/1914, στις αρχές του Α’ ΠΠ ανέλαβε τη διοίκηση του Βορειοδυτικού Μετώπου, το οποίο περιλάμβανε την 1η Στρατιά, υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Πάουλ φον Ρένενκαμπφ (1854-1918) και τη 2η Στρατιά, υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Αλεξάντερ Σαμσόνοφ (1859-1914). Το Νοτιοδυτικό Μέτωπο που αντιμετώπιζε τους Αυστροούγγρους στη Γαλικία τελούσε υπό τη διοίκηση του Νικολάι Ιούντοβιτς Ιβάνοφ.
Οι επικοινωνίες ήταν τεράστια πρόκληση για τους Ρώσους. Η ρωσική καλωδιακή παροχή ήταν ανεπαρκής για τη λήψη τηλεφωνικών ή τηλεγραφικών συνδέσεων από τα μετόπισθεν. Οι Ρώσοι γνώριζαν ότι οι Γερμανοί είχαν σπάσει τους κωδικούς, αλλά συνέχισαν να τους χρησιμοποιούν μέχρι το ξέσπασμα του πολέμου. Τότε ετοιμάστηκε ένας νέος κώδικας, όμως οι Ρώσοι είχαν έλλειψη σε βιβλία κωδικών. Ο Ζιλίνσκι και ο Ρένενκαμπφ είχαν από ένα, όχι όμως και ο Σαμσόνοφ, ο οποίος γνώριζε ότι θα έπρεπε να εμπλακεί σε μάχες χωρίς τη χρήση κωδικοποιημένων ραδιομηνυμάτων.
Ο Γιακόφ Γκριγκόριεβιτς Ζιλίνσκι (1853-1918), Στρατηγός του Ιππικού και αρχηγός του Επιτελείου του Αυτοκρατορικού Ρωσικού Στρατού από τις 2/2/1911 ως τις 4/3/1914, στις αρχές του Α’ ΠΠ ανέλαβε τη διοίκηση του Βορειοδυτικού Μετώπου, το οποίο περιλάμβανε την 1η Στρατιά, υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Πάουλ φον Ρένενκαμπφ (1854-1918) και τη 2η Στρατιά, υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Αλεξάντερ Σαμσόνοφ (1859-1914). Το Νοτιοδυτικό Μέτωπο που αντιμετώπιζε τους Αυστροούγγρους στη Γαλικία τελούσε υπό τη διοίκηση του Νικολάι Ιούντοβιτς Ιβάνοφ.
Οι επικοινωνίες ήταν τεράστια πρόκληση για τους Ρώσους. Η ρωσική καλωδιακή παροχή ήταν ανεπαρκής για τη λήψη τηλεφωνικών ή τηλεγραφικών συνδέσεων από τα μετόπισθεν. Οι Ρώσοι γνώριζαν ότι οι Γερμανοί είχαν σπάσει τους κωδικούς, αλλά συνέχισαν να τους χρησιμοποιούν μέχρι το ξέσπασμα του πολέμου. Τότε ετοιμάστηκε ένας νέος κώδικας, όμως οι Ρώσοι είχαν έλλειψη σε βιβλία κωδικών. Ο Ζιλίνσκι και ο Ρένενκαμπφ είχαν από ένα, όχι όμως και ο Σαμσόνοφ, ο οποίος γνώριζε ότι θα έπρεπε να εμπλακεί σε μάχες χωρίς τη χρήση κωδικοποιημένων ραδιομηνυμάτων.

Γερμανοί στρατιώτες στο Τάνενμπεργκ
Η 1η Στρατιά του Ρένενκαμπφ, ο οποίος είχε διακριθεί ιδιαίτερα στον Ρωσοϊαπωνικό Πόλεμο (1904-1905) διέσχισε τα σύνορα με την Πρωσία στις 17 Αυγούστου. Ο επικεφαλής των Γερμανών στην Ανατολική Πρωσία Μαξιμίλιαν φον Πρίτβιτς (1848-1917) αποφάσισε να επιτεθεί στους Ρώσους στις 20 Αυγούστου. Οι γερμανικές δυνάμεις αποτελούνταν από το 1ο Σώμα Στρατού, υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Χέρμαν φον Φρανσουά, το 17ο Σώμα Στρατού, υπό τη διοίκηση του Αντιστράτηγου Άουγκουστ φον Μάκενσεν και το 1ο Εφεδρικό Σώμα Στρατού, υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Ότο φον Μπέβοου. Οι Ρώσοι χάρη στο Πυροβολικό τους, προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές στους Γερμανούς που τράπηκαν σε άτακτη υποχώρηση. Ο Πρίτβιτς που το μεσημέρι είχε ενημερώσει τον Φον Μόλτκε ότι όλα πήγαιναν καλά, το βράδυ του τηλεφώνησε και του μίλησε για «καταστροφή». Παράλληλα, η 2η Ρωσική Στρατιά, με πέντε Σώματα Στρατού και μια Μεραρχία Ιππικού πέρασε τα σύνορα. Τους Ρώσους, αντιμετώπισε το ΧΧ (20ο) Γερμανικό Σώμα Στρατού, υπό τον Αντιστράτηγο Φρίντριχ φον Σολτς.

Alexander Vasilevich Samsonov
Στις 21 Αυγούστου, ο Πρίτβιτς ενημέρωσε τον φον Μόλτκε ότι θα διέτασσε υποχώρηση σε μικρή απόσταση, παρά τις διαμαρτυρίες του Φρανσουά και μάλιστα στον Κάιζερ, για τους πανικόβλητους συναδέλφους του. Έντονες επίσης ήταν και οι αντιδράσεις του Αρχιεπιτελάρχη της 8ης Στρατιάς Μαξ Χόφμαν. Ο φον Μόλτκε αποφάσισε να αντικαταστήσει τον Πρίτβιτς και τον αρχηγό του Επιτελείου του Άλφρεντ φον Βάλντερζεε, με τον Υποστράτηγο (τότε) Πάουλ φον Χίντενμπουργκ, ο οποίος είχε αποσυρθεί από την υπηρεσία το 1911 και ανακλήθηκε και τον, επίσης Υποστράτηγο Έριχ Λούντεντορφ. Ο φον Μόλτκε τους έδωσε εντολή να μπλοκάρουν τη Στρατιά του Σαμσόνοφ, ο οποίος στις 21 Αυγούστου πέρασε τα σύνορα και κατέλαβε πολλές παραμεθόριες γερμανικές πόλεις. Στις 22 Αυγούστου τη διοίκηση των γερμανικών στρατευμάτων ανέλαβαν ο φον Χίντενμπουργκ και ο Λούντεντορφ. Ο δεύτερος, πήρε μια τολμηρή απόφαση. Συγκέντρωσε περίπου έξι Μεραρχίες εναντίον της αριστερής πτέρυγας του Σαμσόνοφ.

Ο Χίντενμπουργκ με φόντο το Τάνενμπεργκ
Επίσης, καθώς ο Ρένενκαμπφ βρισκόταν ακόμα κοντά στο Γκούμπινεν αποφάσισε να αποσύρει τα υπόλοιπα γερμανικά στρατεύματα από αυτό το μέτωπο και να τα «ρίξει» στη δεξιά πλευρά του Σαμσόνοφ. Αυτό έγινε λόγω έλλειψης επικοινωνίας μεταξύ των Ρώσων διοικητών και χάρη στην αποκρυπτογράφηση διαταγών του Σαμσόνοφ προς τους άνδρες τους. Στο μέτωπο με τον Ρένενκαμπφ άφησε, για παραπλάνηση μόνο το Ιππικό. Νέα υποκλοπή ασύρματων μηνυμάτων των Ρώσων έδωσε στον Λούντεντορφ την ευκαιρία να αξιοποιήσει και το XVII (17Ο) Σώμα Στρατού του Μάκενσεν. Ο Σαμσόνοφ, ακολουθώντας τις εντολές του Ζιλίνσκι συνέχιζε την προώθησή του, πιστεύοντας ότι οι Γερμανοί είχαν υποχωρήσει στον Βιστούλα, όπως είχε προτείνει ο Πρίτβιτς. Ο στρατός του όμως, ήταν απλωμένος σε πλάτος 100 χιλιομέτρων. Η κίνηση των στρατευμάτων στους δύσβατους δρόμους ήταν προβληματική.

O Paul von Hindenburg το 1914
Ο Σολτς στο μεταξύ, λόγω της προέλασης των Ρώσων είχε υποχωρήσει στη γραμμή Άλενσταϊν – Οστερόντε. Φοβούμενος περαιτέρω υποχώρηση, ο Λούντεντορφ διέταξε τον Φρανσουά να επιτεθεί στην αριστερή πτέρυγα του Σαμσόνοφ. Στις 27 Αυγούστου, ο Φρανσουά εφοδιασμένος με οβίδες εξαπέλυσε νέα, σφοδρότερη επίθεση. Το πρωί της 28ης Αυγούστου διαπίστωσε ότι η ηττημένη αριστερή ρωσική πτέρυγα πέρασε, αντίστροφα αυτή τη φορά, τα σύνορα. Έτσι, ο Φρανσουά έστρεψε τις δυνάμεις του ανατολικά, στο Νάιντενμπουργκ. Ως το βράδυ της 29ης Αυγούστου, τα στρατεύματα του Φρανσουά κατέλαβαν το δρόμο από το Νάιντενμπουργκ προς το Βίλενμπεργκ.
Οι Ρώσοι οπισθοχωρούσαν άτακτα και χάνονταν στον λαβύρινθο του δάσους που είχε αποφύγει ο Φρανσουά. Το ρωσικό κέντρο διαλύθηκε σε έναν όχλο πεινασμένων και εξαντλημένων στρατιωτών, οι οποίοι τελικά παραδόθηκαν κατά δεκάδες χιλιάδες. Ο Σαμσόνοφ που είχε μετακινηθεί από το Ναίντενμπουργκ στις 27 Αυγούστου παγιδεύτηκε. Στις 28 Αυγούστου κινήθηκε νότια. Δεν ανέφερε την ήττα του στον Τσάρο Νικόλαο Β’. Στις 30 Αυγούστου 1914 είχε επιστρέψει κοντά στο Επιτελείο του. Κάποια στιγμή απομακρύνθηκε, κανείς όμως δεν έδωσε σημασία, μέχρι που ένας πυροβολισμός από το γειτονικό δάσος έκανε σαφές ότι ο Σαμσόνοφ αυτοκτόνησε. Η σορός του βρέθηκε τον επόμενο χρόνο και παραδόθηκε στη Ρωσία από τον Ερυθρό Σταυρό. Ο Χίντενμπουργκ που παρακολουθούσε τις μάχες από έναν γειτονικό λόφο μαζί με τον Λούντεντορφ ενημέρωσε τον Κάιζερ ότι τρία ρωσικά Σώματα Στρατού (XIII, XV και XXIII) είχαν καταστραφεί. Άλλα δύο Σώματα, το I και το V που δεν είχαν παγιδευτεί, αλλά υπέστησαν σοβαρές απώλειες, υποχώρησαν προς την Πολωνία.

Ο Erich Ludendorff το 1930
Επίλογος
Επίλογος
Οι αρχικές δυνάμεις των αντιπάλων ήταν: 125.000-150.000 Γερμανοί και περίπου 180.000 Ρώσοι. Οι Γερμανοί είχαν 1.726 νεκρούς, 7.461 τραυματίες και 4.686 αγνοούμενους. Υπάρχουν όμως άλλες αναφορές, σύμφωνα με τις οποίες οι νεκροί και τραυματίες των Γερμανών ήταν 30.000. Οι Ρώσοι είχαν 30.000 νεκρούς και τραυματίες και 92.000 αιχμαλώτους. 400 πυροβόλα και άλλο σημαντικό πολεμικό έπεσε στα χέρια των Γερμανών που το μετέφεραν στα μετόπισθεν με 60 τρένα. Ο Χίντενμπουργκ, ο οποίος είχε αργότερα σημαντική συμβολή στην άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία ζήτησε από τον Κάιζερ να ονομαστεί η μάχη στο Άλενσταϊν, μάχη του Τάνενμπεργκ, ως φόρος τιμής στους Τεύτονες ιππότες, κάτι που έγινε. Ο Χίντενμπουργκ έλαβε το μεγαλύτερο μερίδιο της δόξας για τη νίκη στο Τάνενμπεργκ ωστόσο η συνεισφορά του ήταν ελάχιστη. Μικρό μερίδιο για τη νίκη των Γερμανών δίνουν οι ιστορικοί, ακόμα και στον Πρίτβιτς και μεγαλύτερο στον Λούντεντορφ. Το μεγαλύτερο μερίδιο όμως ανήκει σίγουρα στον Χόφμαν, που σχεδίασε την επιχείρηση και στον Φρανσουά που ήταν από την αρχή εναντίον της υποχώρησης και που προκάλεσε τεράστιες καταστροφές στους Ρώσους στο πεδίο της μάχης.

Ρώσοι αιχμάλωτοι πολέμου μετά τη μάχη του Τάνενμπεργκ
Μιχάλης Στούκας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ